ΓΕΡΩΝ ΠΑΙΣΙΟΣ ΔΙΔΑΧΕΣ

Μακάριοι ὅσοι ἀγαπήσανε τόν Χριστό περισσότερο ἀπ' ὅλα τά τοῦ κόσμου καί ζοῦν μακριά τοῦ κόσμου καί σιμά στόν Θεό, μέ τίς παραδεισένιες χαρές, ἐπί τῆς γῆς.

Μακάριοι ὅσοι κατόρθωσαν νά ζοῦν στήν ἀφάνεια καί ἀπέκτησαν μεγάλες ἀρετές καί δέν ἀπέκτησαν οὔτε καί μικρό ὄνομα

Μακάριοι ὅσοι κατόρθωσαν νά κάνουν τόν παλαβό καί μέ αὐτόν τόν τρόπο προφύλαξαν τόν πνευματικό τους πλοῦτο.

Μακάριοι ὅσοι δέν κηρύττουν μέ λόγια τό Εὐαγγέλιο, ἀλλά τό ζοῦνε καί κηρύττουν μέ τήν σιωπή τους, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία καί τούς προδίδει.

Μακάριοι ὅσοι χαίρονται, ὅταν τούς κατηγοροῦν ἀδίκως, παρά ὅταν τούς ἐπαινοῦν δικαίως γιά τόν ἐνάρετο βίο τους. Ἐδῶ εἶναι τά σημάδια τῆς ἁγιότητος καί ὄχι στόν ξερό ἀγώνα τῶν σωματικῶν ἀσκήσεων καί τόν μεγάλο ἀριθμό τῶν ἀγώνων, πού ὅταν δέν γίνονται μέ ταπείνωση καί μέ σκοπό τήν ἀπέκδυση τοῦ παλαιοῦ μας ἀνθρώπου, μόνον ψευδαισθήσεις δημιουργοῦν.

Μακάριοι αὐτοί πού προτιμοῦν νά ἀδικοῦνται παρά νά ἀδικοῦν καί δέχονται ἥρεμα καί σιωπηλά τίς ἀδικίες, διότι αὐτοί φανερώνουν καί ἐμπράκτως μέ αὐτό ὅτι πιστεύουν εἰς ἕνα Θεόν, Πατέρα, Παντοκράτορα καί ἀπό Αὐτόν περιμένουν νά δικαιωθοῦν καί ὄχι ἀπό ἀνθρώπους, γιά νά ἐξοφλήσουν ἐδῶ μέ ματαιότητα.

Μακάριοι ὅσοι ἔχουν γεννηθεῖ ἀνάπηροι ἤ ἔγιναν ἀπό ἀπροσεξία τους, ἀλλά δέν γογγύζουν καί δοξολογοῦν τόν Θεό. Αὐτοί θά ἔχουν τήν καλύτερη θέση στόν Παράδεισο μαζί μέ τούς Ὁμολογητάς καί Μάρτυρας πού δώσανε γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ τά χέρια καί τά πόδια τους, καί τώρα φιλοῦν μέ εὐλάβεια στόν Παράδεισο συνέχεια τά πόδια καί τά χέρια τοῦ Χριστοῦ.

Μακάριοι ὅσοι γεννηθήκανε ἄσχημοι καί εἶναι περιφρονημένοι ἐδῶ στήν γῆ, διότι αὐτοί δικαιοῦνται τό ὀμορφότερο μέρος τοῦ Παραδείσου, ὅταν δοξολογοῦν τόν Θεό καί δέν γογγύζουν.

Μακάριες οἱ χῆρες πού φορέσανε τά μαῦρα σ' αὐτήν τήν ζωή, ἔστω καί ἀκούσια, καί ζοῦν ἄσπρη πνευματική ζωή καί δοξολογοῦν τόν Θεό, χωρίς νά γογγύζουν, παρά οἱ δυστυχισμένες πού φοροῦν παρδαλά καί ζοῦν παρδαλή ζωή.

Μακάρια καί τρίς μακάρια τά ὀρφανά πού ἔχουν στερηθεῖ τήν μεγάλη στοργή τῶν γονέων τους, διότι αὐτά κατόρθωσαν νά κάνουν Πατέρα τους τόν Θεό ἀπό τούτη τήν ζωή καί ἔχουν παράλληλα καί τήν στοργή πού στερηθήκανε τῶν γονέων τους στό Ταμιευτήριο τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τοκίζεται.

Μακάριοι οἱ γονεῖς πού δέν χρησιμοποιοῦν τήν λέξη "μή" στά παιδιά τους, ἀλλά τά φρενάρουν ἀπό τό κακό μέ τήν ἁγία τους ζωή, τήν ὁποία μιμοῦνται τά παιδιά, καί ἀκολουθοῦν τόν Χριστό μέ πνευματική λεβεντιά χαρούμενα.

Μακάρια τά παιδιά πού ἔχουν γεννηθεῖ "ἐκ κοιλίας μητρός" ἅγια, ἀλλά μακαριότερα εἶναι αὐτά πού γεννηθήκανε μέ ὅλα τοῦ κόσμου τά κληρονομικά πάθη καί ἀγωνισθήκανε μέ ἱδρῶτες καί τά ξεριζώσανε καί κληρονομήσανε τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου.

Μακάρια τά παιδιά πού ἔζησαν ἀπό μικρά σέ πνευματικό περιβάλλον καί ἔτσι ἀκούραστα προχωρήσανε στήν πνευματική ζωή. Τρίς μακάρια ὅμως εἶναι αὐτά τά ἀδικημένα παιδιά πού δέν βοηθηθήκανε καθόλου (ἀντιθέτως τά σπρώχνανε στό κακό), ἀλλά μόλις ἀκούσανε γιά τόν Χριστό, γυαλίσανε τά μάτια τους, καί μέ μιά στροφή ἑκατόν ὀγδόντα μοιρῶν γυαλίσανε ἀπότομα τήν ψυχή τους καί βγήκανε καί ἀπό τήν ἕλξη τῆς γῆς καί κινηθήκανε στήν πνευματική τροχιά.

Καλότυχοι, λένε οἱ κοσμικοί, οἱ ἀστροναῦτες πού γυρίζουν στόν ἀέρα ἄλλοτε ἀπ' ἔξω καί ἄλλοτε ἀπό μέσα στό φεγγάρι. Μακάριοι ὅμως εἶναι οἱ ἐξαϋλωμένοι τοῦ Χριστοῦ Παραδεισοναῦτες πού ἀνεβαίνουν στόν Θεό καί γυρίζουν στόν Παράδεισο στήν μόνιμή τους κατοικία, ταχτικά, μέ τό πιό ταχύτερο μέσο καί δίχως πολλά καύσιμα παρά μέ ἕνα παξιμάδι.

Μακάριοι ὅσοι δοξάζουν τόν Θεό καί γιά τό φεγγάρι πού τούς φέγγει, καί περπατοῦν τήν νύχτα.Μακαριότεροι ὅμως εἶναι αὐτοί πού τό ἔχουν καταλάβει ὅτι οὔτε τό φῶς τοῦ φεγγαριοῦ εἶναι τοῦ φεγγαριοῦ, ἀλλά οὔτε τό δικό τους πνευματικό φῶς εἶναι δικό τους ἀλλά τοῦ Θεοῦ. Μά εἴτε σάν καθρέφτης γυαλίζουν εἴτε σάν ἁπλό γυαλί γυαλίζουν εἴτε σάν καπάκι ἀπό κονσερβοκούτι γυαλίζουν, ἐάν δέν πέσουν οἱ ἀκτίνες τοῦ ἡλίου, δέν εἶναι δυνατόν νά γυαλίσουν.

Καλότυχοι, λένε οἱ κοσμικοί, αὐτοί πού ζοῦν στά κρυστάλλινα παλάτια καί ἔχουν ὅλες τίς εὐκολίες. Μακάριοι ὅμως εἶναι αὐτοί πού κατορθώσανε νά ἁπλοποιήσουν τήν ζωή τους καί ἐλευθερωθήκανε ἀπό τήν θηλιά τῆς κοσμικῆς αὐτῆς ἐξελίξεως τῶν πολλῶν εὐκολιῶν (=τῶν πολλῶν δυσκολιῶν) καί ἀπαλλαχτήκανε ἀπό τό φοβερό ἄγχος τῆς σημερινῆς ἐποχῆς μας.

Καλότυχοι, λένε οἱ κοσμικοί, αὐτοί πού μποροῦν καί ἀπολαμβάνουν τά ἀγαθά τοῦ κόσμου.Μακάριοι ὅμως εἶναι αὐτοί πού τά δίνουν ὅλα γιά τόν Χριστό καί στεροῦνται καί κάθε ἀνθρώπινη παρηγοριά πάλι γιά τόν Χριστό, καί ἔτσι κατορθώνουν νά βρίσκονται κοντά στόν Χριστό μέρα νύχτα, μέ τήν θεία Του παρηγοριά πού εἶναι πολλές φορές τόσο πολλή, πού λέει κανείς στό Θεό: "Θεέ μου, ἡ ἀγάπη σου δέν ὑποφέρεται, διότι εἶναι πολλή καί στήν μικρή μου καρδιά δέν χωράει".

Καλότυχοι αὐτοί πού ἔχουν τίς μεγαλύτερες δουλειές καί τά μεγαλύτερα μέγαρα, λένοι οἱ κοσμικοί, διότι αὐτοί ἔχουν ὅλες τίς δυνατότητες καί κινοῦνται ἄνετα. Μακάριοι ὅμως εἶναι αὐτοί πού ἔχουν μιά φωλιά, γιά νά κουρνιάζουν, καί λίγα τρόφιμα καί σκεπάσματα, κατά τόν θεῖο Παῦλο, καί μέ αὐτόν τόν τρόπο κατόρθωσαν καί ἀποξενώθηκαν ἀπό τόν μάταιο κόσμο, καί τήν γῆ τήν χρησιμοποιοῦν ὡς ὑποπόδιο, σάν παιδιά τοῦ Θεοῦ, καί ὁ νοῦς τους βρίσκεται συνέχεια κοντά στόν Καλό Πατέρα τους Θεό.

Καλότυχοι αὐτοί πού γίνονται στρατηγοί καί ὑπουργοί καί μέ τό οἰνόπνευμα (ἔστω γιά λίγες ὧρες), καί τό χαίρονται αὐτό οἱ

κοσμικοί. Μακάριοι ὅμως εἶναι αὐτοί πού ἔχουν ἀπεκδυθεῖ τόν παλαιό τους ἄνθρωπο καί ἔχουν ἐξαϋλωθεῖ καί κατόρθωσαν νά εἶναι ἐπίγειοι Ἄγγελοι μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί βρήκανε τήν παραδεισένια θεία κάνουλα καί πίνουν καί μεθοῦν συνέχεια ἀπό τό παραδεισένιο κρασί.

Μακάριοι ὅσοι ἔχουν γεννηθεῖ τρελλοί καί θά κριθοῦν καί ὡς τρελλοί καί ἔτσι θά εἰσαχθοῦν στόν Παράδεισο χωρίς διαβατήριο. Μακάριοι εἶναι ὅμως καί τρίς μακάριοι οἱ πολύ γνωστικοί πού κάνουν τόν τρελλό γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί κοροϊδεύουν ὅλη τήν ματαιότητα τοῦ κόσμου, πού ἡ διά Χριστόν αὐτή τους τρέλλα ἀξίζει περισσότερο ἀπ' ὅλη τήν γνώση καί τήν σοφία τῶν σοφῶν ὅλου τοῦ κόσμου τούτου.
Του Γέροντος Παισίου


Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου.
Λόγοι Β- Μέρος β'


1)Πως εργάζεται ο διάβολος"
2) "Ο διάβολος μας βάζει ένεση αναισθησίας"



1) «Ό διάβολος προσπαθεί να άχρηστέψη τον αγωνιστή»

- Γέροντα, μερικές φορές οι πειρασμοί έρχονται ό ένας πάνω στον άλλον και δεν αντέχω.
- Να σου πω μια λύση, για να τους αποφυγής; Θα την δεχθης;
- Ναι.
- Η μόνη λύση για να αποφυγής τους πειρασμούς είναι να... συμμαχήσης με τον διάβολο!... Τι γελάς; Δεν σου αρέσει αύτη η λύση; Κοίταξε να σου πω. Όσο κανείς αγωνίζεται, θα έχη πειρασμούς και δυσκολίες. Και όσο προσπαθεί να άποφύγη τον πειρασμό, τόσο κόντρα τοϋ πάει ό διάβολος. Άλλα με τους πειρασμούς - αν τους αξιοποιήσουμε σωστά -, δίνεται η ευκαιρία, επειδή μερικές φορές η ζωή μας είναι άντιευαγγελική, να γίνη «ευαγγελική».

- Γέροντα, σκαλώνω σε μερικά ασήμαντα πράγματα και δεν έχω μετά διάθεση να αγωνισθώ για κάτι ανώτερο.
- Αυτά είναι σαν τις νάρκες που βάζει ό εχθρός, για να άχρηστέψη τον στρατό. Το ταγκαλάκι, όταν δη ότι δεν μπορεί να κάνη άλλη ζημιά στον αγωνιστή, κοιτάει πως να τον άχρηστέψη με ασήμαντα πράγματα. Ύστερα, να ξέρης οτι υπάρχουν και μικρά ταγκαλάκια, που κάνουν όμως μεγάλη ζημιά. Μια φορά ρώτησαν ένα μικρό ταγκαλάκι: «Τάχα τι μπορείς να κάνης εσύ;». «Έγώ τι μπορώ να κάνω; Πάω και μπερδεύω τις κλωστές στις μοδίστρες, στους τσαγκάρηδες, απάντησε, και τους κάνω να θυμώνουν». Τα μεγαλύτερα σκάνδαλα γίνονται από τιποτένια πράγματα, όχι μόνο σ' εμάς, άλλα μερικές φορές και στα κράτη.

Στους πνευματικούς ανθρώπους δεν υπάρχουν σοβαρές αφορμές για σκάνδαλα, από τα μικρά παίρνει ό διάβολος αφορμή. Τσακίζει τον άνθρωπο ψυχικά με κάτι χαζά, παιδικά πράγματα, οπότε κάνει την καρδιά του όπως εκείνος θέλει και μένει μετά κανείς ένα κούτσουρο.

- Γιατί, Γέροντα, ενώ βάζω ενα πρόγραμμα, μια σειρά στον αγώνα μου, και ξεκινώ με διάθεση να αγωνισθώ, σύντομα ξεχνιέμαι;

- Δεν ξέρεις; Το ταγκαλάκι, όταν πάρη είδηση ότι κάνουμε δουλειά πνευματική, τότε γυρίζει το κουμπί αλλού. Ένώ βάζουμε ένα πρόγραμμα, μια άλφα σειρά, βρισκόμαστε σε άλλη και, αν δεν προσέξουμε, το αντιλαμβανόμαστε μετά από μέρες. Γι' αυτό ό αγωνιστής πρέπει να πηγαίνη όλο κόντρα στον διάβολο - φυσικά με διάκριση - και να τον παρακολουθή κάποιος έμπειρος Πνευματικός.

- Έναν άνθρωπο που δεν κάνει λεπτή εργασία στον εαυτό του, ό σατανάς τον πολεμάει;

- Ό σατανάς δεν πάει σε έναν άχρηστο άνθρωπο, αλλά πάει σε έναν αγωνιστή, για να τον πειράξη και να τον αχρηστέψη. Δεν χάνει τον καιρό του να κάνη λεπτή εργασία σε κάποιον που δεν κάνει λεπτή εργασία. Στέλνει σ' αυτόν που ράβει με σακκορράφα, διάβολο με σακκορράφα. Σ' αυτόν που κάνει λεπτό εργόχειρο, στέλνει διάβολο που κάνει λεπτό εργόχειρο. Σ' αυτόν που κάνει πολύ ψιλό κέντημα, στέλνει διάβολο για πολύ ψιλή εργασία. Σ’ αυτούς που κάνουν χονδρή δουλειά στον εαυτό τους, στέλνει χονδρό διάβολο. Στους αρχαρίους στέλνει, αρχάριο διάβολο.

Οι άνθρωποι που έχουν λεπτή ψυχή, πολύ φιλότιμο και είναι ευαίσθητοι, χρειάζεται να προσέξουν, γιατί βάζει και ό διάβολος την ουρά του και τους κάνει πιο ευαίσθητους, και μπορεί να φθάσουν στην μελαγχολία η ακόμη - Θεός φυλάξοι - και στην αυτοκτονία.

Ο διάβολος, ενώ εμάς τους ανθρώπους μας βάζει να πηγαίνουμε κόντρα στον πλησίον μας και να μαλώνουμε, ό ιδιος ποτέ δεν πάει κόντρα. Τον αμελή τον κάνει πιο αμελή, τον αναπαύει με τον λογισμό: «Το κεφάλι σου πονάει, είσαι αδιάθετος, δεν πειράζει και αν δεν σηκωθής για προσευχή». Τον ευλαβή τον κάνει πιο ευλαβή, για να τον ρίξη στην υπερηφάνεια, η τον σπρώχνει να αγωνισθή περισσότερο άπό τις δυνάμεις του, ώστε να αποκάμη και να αφήση μετά όλα τα πνευματικά του όπλα και να παραδοθή ό πρώην πολύ αγωνιστής. Τον σκληρόκαρδο τον κάνει πιο σκληρόκαρδο, τον ευαίσθητο υπερευαίσθητο.

Και βλέπεις πόσοι άνθρωποι, άλλοι γιατί έχουν κάποια ευαισθησία και άλλοι γιατί έχουν κλονισθή τα νεύρα τους, ταλαιπωρούνται με αϋπνίες και παίρνουν χάπια η βασανίζονται και χαραμίζονται στα νοσοκομεία. Σπάνια να δης σήμερα άνθρωπο ισορροπημένο. Έγιναν μπαταρίες οι άνθρωποι.

Οι περισσότεροι είναι σαν να έχουν ηλεκτρισμό. Όσοι μάλιστα δεν εξομολογούνται, δέχονται επιδράσεις δαιμονικές, έχουν έναν δαιμονικό μαγνητισμό, γιατί ό διάβολος έχει εξουσία επάνω τους. Λίγοι άνθρωποι, είτε αγόρια είτε κοπέλες είτε ηλικιωμένοι είναι, έχουν ένα βλέμμα γαλήνιο. Δαιμονισμός! Ξέρεις τι θα πη δαιμονισμός; Να μην μπορής να συνεννοηθής με τον κόσμο.

2)Ό διάβολος μας βάζει ένεση αναισθησίας

-Είπα σε κάποιους γιατρούς που συζητούσαν για την αναισθησία που κάνουν στις εγχειρήσεις: «Του πειρασμού η αναισθησία έχει άσχημες επιπτώσεις στον άνθρωπο, ενώ αυτή που κάνετε εσείς βοηθάει».

Η αναισθησία του διαβόλου εϊναι σαν το δηλητήριο που ρίχνει το φίδι στα πουλιά η στα λαγουδάκια, για να παραλύσουν και να τα καταπιή, χωρίς να αντιδράσουν.

Ο διάβολος, οταν θέλη να πολεμήση έναν άνθρωπο, στέλνει πρώτα ένα διαβολάκι «αναισθησιολόγο», για να κάνη τον άνθρωπο πρώτα αναίσθητο, και μετά πηγαίνει ο ϊδιος και τον πελεκάει, τον κάνει ό,τι θέλει... Άλλα προηγείται ό... «αναισθησιολόγος».

Μας βάζει ένεση αναισθησίας και ξεχνούμε. Να, βλέπεις, οι μοναχοί υποσχόμαστε «υβρισθήναι, χλευασθήναι κ.λπ.», και τελικά, ό πειρασμός μερικές φορές μας μπερδεύει και κάνουμε τα αντίθετα από αυτά που υποσχεθήκαμε. Αλλιώς ξεκινάμε και αλλιώς καταλήγουμε. Για αλλού ξεκινήσαμε να πάμε και αλλού πηγαίνουμε. Δεν προσέχουμε. Δεν σάς έχω πει παραδείγματα;

Παλιότερα, στην Κόνιτσα δεν υπήρχε Τράπεζα. Αναγκάζονταν οι άνθρωποι να πάνε στα Γιάννενα, όταν ήθελαν να πάρουν κανένα δάνειο. Ξεκινούσαν λοιπόν μερικοί από τα γύρω χωριά και πήγαιναν εβδομήντα δύο χιλιόμετρα με τα πόδια, να πάρουν δάνειο, για να αγοράσουν λ.χ. ενα άλογο. Τότε, αν κανείς είχε ένα άλογο, μπορούσε να συντήρηση την οικογένεια του. Έκανε ζευγάρι με το άλογο κάποιου άλλου και όργωνε. Μια φορά ξεκίνησε ένας να πάη στα Γιάννενα, να πάρη δάνειο, για να άγοράση ένα άλογο, να ὸργώνη τα χωράφια του και να μην παιδεύεται να σκάβη με την τσάπα. Πήγε λοιπόν στην Τράπεζα, πήρε το δάνειο και μετά πέρασε και από τα εβραίικα μαγαζιά και χάζευε.

Τον έβλεπε ό ένας Εβραίος, τον τραβούσε μέσα. «Πέρνα μέσα, μπάρμπα, έχω καλό πράγμα!».

Έμπαινε εκείνος μέσα, άρχιζε ό Εβραίος να κατεβάζη τα τόπια από τα ράφια. Τα έπαιρνε, τα τίναζε. «Πάρ' το, του έλεγε, είναι καλό, και για τα παιδιά σου θα σου το δώσω πιο φθηνό».

Έφευγε άπό τον έναν, προχωρούσε παραπέρα, χάζευε σε άλλον. «Έλα, μπάρμπα, μέσα, του έλεγε ό Εβραίος, θα σου το δώσω πιο φθηνό». Κατέβαζε τα τόπια, τα άνοιγε, τα άπλωνε. Ζαλίστηκε στο τέλος ό καημένος. Είχε και λίγο φιλότιμο, σου λέει «τώρα τα κατέβασε τα τόπια, τα άπλωσε...», και δήθεν «για τα παιδιά του πιο φθηνό», έδωσε τα χρήματα που είχε πάρει από την Τράπεζα και αγόρασε ένα τόπι πανί, αλλά και αυτό ήταν χωνεμένο! Μα και ένα τόπι πανί τι να το κάνη; Και ένας πλούσιος δεν έπαιρνε ένα τόπι πανί έπαιρνε όσο του χρειαζόταν.

Τελικά γύρισε στο σπίτι με ένα τόπι σάπιο ύφασμα! «Που είναι το άλογο;», τον ρωτάν. «Έφερα ύφασμα για τα παιδιά!», λέει. Άλλα τι να το κάνουν τόσο ύφασμα; Χρεώθηκε εν τω μεταξύ στην Τράπεζα, και άλογο δεν πήρε παρά ένα τόπι πανί χωνεμένο. Άντε πάλι να πηγαίνη να σκάβη με την τσάπα στα χωράφια, να δυσκολεύεται, για να ξεχρεώση το δάνειο! Αν αγόραζε άλογο, θα επέστρεφε και καβάλα, θα ψώνιζε και λίγα πράγματα για το σπίτι του και δεν θα σκοτωνόταν να σκάβη με την τσάπα! Άλλα για να χαζεύη στα μαγαζιά τα εβραίικα, είδατε τι έπαθε;

Έτσι κάνει και ό διάβολος, σαν τον πονηρό έμπορο σε τραβάει από 'δώ, σε τραβάει από ‘κει, σου βάζει τρικλοποδιές, και τελικά σε καταφέρνει να πας εκεί που θέλει εκείνος. Για άλλου ξεκινάς και αλλού καταλήγεις, αν δεν προσέξης. Σε ξεγελάει και χάνεις τα καλύτερα χρόνια σου.

Απόσπασμα από τις σελίδες 109 -113 του βιβλίου:
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β΄


Γέροντας Παΐσιος: "Ο σεβασμός της ελευθερίας του άλλου"
Γέροντα, είναι δυνατόν κανείς συνειδητά να κρύβη μια πτώση του από τον πνευματικό του;

- Ναι, αλλά, και αν ξέρη ο πνευματικός την πτώση του ή κάτι καταλαβαίνη, δεν συμφέρει, ούτε θα τον ωφελήση, να του το πη. Πολλές φορές βλέπω στον αγώνα του άλλου, κάτι καταλαβαίνω ή ξέρω τι έχει κάνει, όμως από σεβασμό δεν του λέω τίποτε, αν δεν μου το πη ο ίδιος. Το θεωρώ εκβιασμό, ατιμία, να του το πω, την στιγμή που εκείνος δεν θέλει μόνος του να το φανερώση. Είναι λεπτό το θέμα, γιατί θα τον ρεζιλέψης. Πώς να βιάσης τον άλλον; Υπάρχει ελευθερία. Εκτός αν δω ότι κινδυνεύει και δεν πρόκειται να βοηθηθή από αλλού ή ότι έχει άγνοια και θα σπάση τα μούτρα του, θα καταστραφή, τότε θα κοιτάξω με τρόπο να του πω κάτι.

Είναι καλύτερα να δίνης στον άλλον να καταλαβαίνη που φταίει, εφόσον το ζητήση, και να χτυπά μόνος του τον παλαιό του άνθρωπο, γιατί έτσι πονά λιγώτερο. Βλέπεις, κι ένα παιδάκι, όταν πέση μόνο του και χτυπήση, κλαίει λιγώτερο απ’ ό,τι κλαίει, αν πέση, γιατί το έσπρωξε ένα άλλο παιδί. Για να πη κανείς στον άλλον να κάνη κάτι, πρέπει αυτός που θα το ακούση να είναι ταπεινός και αυτός που θα το πη να είναι δέκα φορές πιο ταπεινός και να προσπαθή να το εφαρμόζη αυτό που θα πη. Θα κάνω ενάμισι εγώ, για να πω στον άλλον να κάνη ένα, και πάλι θα σκεφθώ αν το πω.

Βέβαια, ο έλεγχος γίνεται πάντοτε σε άνθρωπο που είναι δικός σου ή γνωστός. Ο πνευματικός θα δη τι δικαιώματα του έδωσε ο άλλος και τι ευθύνη έχει γι’ αυτόν και ανάλογα θα φερθή. Όταν έχη αναλάβει την ευθύνη της ψυχής, τότε επιβάλλεται ο έλεγχος, φυσικά με διάκριση. Δεν βοηθάει όμως να κάνης στον άλλον τον δάσκαλο και να τον ελέγχης για τις συνήθειές του, αν εκείνος δεν σου δώση το δικαίωμα.Είναι σαν να μπη κάποιος στο κελλί μου και να μου αλλάξη τα πράγματα, να μου βάλη το κανδήλι εδώ, το κρεββάτι εκεί, να κρεμάση το κομποσχοίνι αλλού, χωρίς να με ρωτήση.
Από το βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Λόγοι Γ΄

Γέροντας Παΐσιος: "Ο Αχάριστος είναι πάντα λυπημένος"

Γέροντα, γιατί πολλοί άνθρωποι , ενώ τα έχουν όλα ,νιώθουν άγχος και στενοχώρια;
-Όταν βλέπετε έναν άνθρωπο να έχη μεγάλο άγχος, στενοχώρια και λύπη, ενώ τίποτε δεν του λείπει, να ξέρετε ότι του λείπει ο Θεός.

Όποιος τα έχει όλα, και υλικά αγαθά και υγεία, και, αντί να ευγνωμονή τον Θεό , έχει παράλογες απαιτήσεις και γκρινιάζει, είναι για την κόλαση με τα παπούτσια. Ο άνθρωπος, όταν έχη ευγνωμοσύνη, με όλα είναι ευχαριστημένος. Σκέφτεται τί του δίνει ο Θεός κάθε μέρα και χαίρεται τα πάντα.

Όταν όμως είναι αχάριστος, με τίποτε δεν είναι ευχαριστημένος γκρινιάζει και βασανίζεται με όλα. Αν, ας πούμε, δεν εκτιμάη την λιακάδα και γκρινιάζει, έρχεται ο Βαρδάρης και τον παγώνει …; Δεν θέλει την λιακάδα θέλει το τουρτούρισμα που προκαλεί ο Βαρδάρης.

-Γέροντα, τί θέλετε να πήτε μ’ αυτό;

-Θέλω να πω ότι, αν δεν αναγνωρίζουμε τις ευλογίες που μας δίνει ο Θεός και γκρινιάζουμε, έρχονται οι δοκιμασίες και μαζευόμαστε κουβάρι. Όχι, αλήθεια σας λέω, όποιος έχει αυτό το τυπικό , την συνήθεια της γκρίνιας, να ξέρη ότι θα του έρθη σκαμπιλάκι από τον Θεό, για να ξοφλήση τουλάχιστον λίγο σ’ αυτήν την ζωή. Και αν δεν του έρθη σκαμπιλάκι , αυτό θα είναι χειρότερο, γιατί τότε θα τα πληρώση όλα μια και καλή στην άλλη ζωή.

-Δηλαδή , Γέροντα, η γκρίνια μπορεί να είναι συνήθεια;

-Γίνεται συνήθεια, γιατί η γκρίνια φέρνει γκρίνια και η κακομοιριά φέρνει κακομοιριά. Όποιος σπέρνει κακομοιριά, θερίζει κακομοιριά και αποθηκεύει άγχος. Ενώ , όποιος σπέρνει δοξολογία, δέχεται την θεϊκή χαρά και την αιώνια ευλογία. Ο γκρινιάρης, όσες ευλογίες κι αν του δώση ο Θεός, δεν τις αναγνωρίζει. Γι’ αυτό απομακρύνεται η Χάρις του Θεού και τον πλησιάζει ο πειρασμός τον κυνηγάει συνέχεια ο πειρασμός και του φέρνει όλο αναποδιές, ενώ τον ευγνώμονα τον κυνηγάει ο Θεός με τις ευλογίες Του.

Η αχαριστία είναι μεγάλη αμαρτία, την οποία ήλεγξε ο Χριστός. «Ουχ οι δέκα εκαθαρίσθησαν; οι δε εννέα πού», είπε στον λεπρό που επέτρεψε να Τον ευχαριστήση.

Ο Χριστός ζήτησε την ευγνωμοσύνη από τους δέκα λεπρούς όχι για τον εαυτό Του αλλά για τους ίδιους, γιατί η ευγνωμοσύνη εκείνους θα ωφελούσε.

Γ. Παΐσιος: Να μην ευλογούμε τις πτώσεις μας


Οι Δυτικοί έχουν μία ώρα νηστεία πριν από την Θεία Κοινωνία. Θα πάμε κι εμείς με αυτό το πνεύμα; Να ευλογούμε τις αδυναμίες μας, τις πτώσεις μας;

Δεν έχουμε δικαίωμα για τις αδυναμίες μας να κάνουμε έναν Χριστιανισμό στα μέτρα μας. (σελ. 360)...

Δυστυχώς ο δυτικός ορθολογισμός έχει επιδράσει και σεανατολικούς Ορθόδοξους άρχοντες και έτσι βρίσκονται σωματικά μόνο στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, ενώ όλο το είναι τους βρίσκεται στην Δύση που την βλέπουν να βασιλεύει κοσμικά.

Εάν έβλεπαν τη Δύση πνευματικά, με το φως της Ανατολής, με το φως του Χριστού,

...τότε θα έβλεπαν το πνευματικό ηλιοβασίλεμα της Δύσης, που χάνει σιγά - σιγά το φως του νοητού Ηλίου, του Χριστού, και προχωρεί για το βαθύ σκοτάδι. (σελ. 210)
(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ Α', ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 1998)

Η αγάπη καταργεί τις αποστάσεις

Γέροντα, πώς επικοινωνούν πνευματικά από μακριά οι άνθρωποι;
Γράφουν κανένα γράμμα ή με ασύρματο ή με σήματα μορς !...
Δηλαδή, Γέροντα;
Για να υπάρξει πνευματική επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων, πρέπει να εργάζωνται στην ίδια συχνότητα. Αυτό δεν μπορούν να το πιάσουν οι επιστήμονες . Θυμάσαι εκείνο το περιστατικό που αναφέρω στους «Αγιορείτες Πατέρες»; Μια μέρα ένας μοναχός θα πήγαινε να επισκεφθή έναν Πατέρα στην Καψάλα και σκεφτόταν: «Τί να του πάω για ευλογία;».

Οικονόμησε λοιπόν δύο ψάρια και τα καθάριζε, για να του τα πάη. Εν τω μεταξύ ,ο άλλος είχε λάβει την πληροφορία από τον Θεό για την επίσκεψη του αδελφού και σκεφτόταν: «Τώρα που θα ‘ρθη, τί να τον φιλέψω;». Την ώρα λοιπόν που ο αδελφός καθάριζε ψάρια, ένας κόρακας ήρθε ξαφνικά, του πήρε το ένα ψάρι και το πήγε στον άλλον στην Καψάλα –απόσταση πεντέμισι ώρες.

Το καταλαβαίνετε; Ο ένας σκεφτόταν πώς να αναπαύση τον άλλον και ο κόρακας μετά έκανε τον ενδιάμεσο!

Όταν ο άνθρωπος έχη την Αγάπη, τον Χριστό, και βουβός να είναι, μπορεί να συνεννοηθή με όλα τα δισεκατομμύρια των λαών και με την κάθε ηλικία των ανθρώπων, που έχει και αυτή την δική της γλώσσα.

Βάλε δυο ανθρώπους που δεν έχουν αγάπη μεταξύ τους να καθήσουν ο ένας δίπλα στον άλλον και να μη μιλούν. Βαλε και δύο άλλους που έχουν αγάπη μεταξύ τους να καθήσουν ο ένας δίπλα στον άλλον και να μη μιλούν και αυτοί. Πώς θα νιώθουν οι μεν και πώς θα νιώθουν οι δε; Και οι πρώτοι δε θα μιλούν και οι δεύτεροι δεν θα μιλούν. Όμως οι δεύτεροι και με την σιωπή θα «μιλούν», γιατί θα υπάρχη επικοινωνία μεταξύ τους. Αντίθετα οι πρώτοι δεν θα μπορούν να επικοινωνήσουν ,γιατί ανάμεσά τους θα υπάρχη μόνωση. Όταν δεν υπάρχη αγάπη ,μπορεί δυο άνθρωποι να βρίσκωνται κοντά, αλλά να είναι μακριά ο ένας από τον άλλον.

Γέροντα, στενοχωριέμαι που ήρθε η ημέρα να φύγετε πάλι από κοντά μας.

Στην πνευματική ζωή δεν υπάρχη «κοντά» και «μακριά». Την αγάπη του Χριστού δεν την χωρίζουν αποστάσεις ,γιατί ο Χριστός με την αγάπη Του καταργεί τις αποστάσεις. Επομένως , είτε κοντά είτε μακριά βρίσκεται κανείς, νιώθει πάντα κοντά, όταν είναι κοντά στον Χριστό και συνδέεται με τον άλλον αδελφικά με αγάπη Χριστού.

Δοξολογώ τον Θεό που η αγάπη μου είναι τέτοιου είδους ,πνευματική, αγγελική, οπότε οι αποστάσεις καταργούνται και η επαφή θα υπάρχη μαζί σας και σ’ αυτήν την ζωή από μακριά και στην άλλη που είναι ακόμη πιο μακριά, γιατί και εκείνη η απόσταση θα είναι πολύ κοντινή, αφού μας ενώνει η Αγάπη, ο Χριστός.
Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ - ΛΟΓΟΙ Ε΄ ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»


Η «αμαρτία» του γερο-Αυγουστίνου.

Ένας ευλογημένος αγιορείτης μοναχός, ο γερο-Αυγουστίνος ο Ρώσος (1882-1965), ήταν πολύ ενάρετος, πολύ ταπεινός και πολύ αγωνιστής.
Κάποτε παρουσιάστηκε ο διάβολος μέσα στο κελί του σαν σκύλος φοβερός.

Πετούσε φωτιές από το στόμα και όρμησε πάνω στο γέροντα για να τον πνίξει, επειδή, όπως του είπε, καιγόταν από τις προσευχές του.

Ο γερο-Αυγουστίνος τον άρπαξε και τον πέταξε στον τοίχο φωνάζοντας:

Κακέ διάβολε, γιατί πολεμάς τα πλάσματα του Θεού;

Ο διάβολος, κατατρομαγμένος απ’ την αναπάντεχη υποδοχή, έγινε άφαντος.
Ύστερα όμως ο αγαθότατος και απλούστατος γέροντας είχε τύψεις, επειδή… χτύπησε το διάβολο !

Περίμενε με αγωνία πότε να φωτίσει, για να πάει στον πνευματικό του να εξομολογηθεί το “αμάρτημά” του.

Πραγματικά, μόλις φώτισε πήγε στην Προβάτα (μιάμιση ώρα απόσταση από το κελί του), όπου ήταν ο πνευματικός του, και εξομολογήθηκε.
Ο πνευματικός μου όμως ήταν πολύ συγκαταβατικός, διηγιόταν αργότερα ο γέροντας, και δεν μου έβαλε κανένα κανόνα, αλλά μου είπε να κοινωνήσω.

Εγώ, από τη χαρά μου, όλη τη νύχτα έκανα κομποσκοίνι, και μετά πήγα στη θεία λειτουργία και κοινώνησα.

Όταν ο παπάς έβαζε την αγία λαβίδα στο στόμα μου, είδα την αγία Κοινωνία κομμάτι κρέας και αίμα και τη μασούσα για να την καταπιώ! Παράλληλα ένιωθα και μία μεγάλη αγαλλίαση, που δεν μπορούσα να την αντέξω.

Από τα μάτια μου έτρεχαν γλυκά δάκρυα, και το κεφάλι μου φώτιζε σαν λάμπα. Έφυγα γρήγορα για να μη με δουν οι πατέρες, και την ευχαριστία για τη θεία μετάληψη τη διάβασα μόνος μου στο κελί μου.
(Παϊσίου μοναχού Αγιορείτου, «Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα»)

Γ. Παΐσιος: Γιατί ο Θεός παίρνει τους νέους..

Μία μητέρα, της οποίας το είκοσι δύο ετών παληκάρι σκοτώθηκε σε δυστύχημα, πήγε στη Σουρωτή και είπε τον πόνο της στο Γέροντα, ο οποίος της απάντησε:
“Αν ζούσε το παιδί σου μία ώρα παραπάνω, θα έχανε την ψυχή του. Γι’ αυτό το πήρε ο Θεός”.
Θυμάμαι με δέος την περίπτωση μιας μάνας που είχε χάσει το δεκαεξάχρονο παιδί της και ήρθε απαρηγόρητη στο Γέροντα, λίγο πριν την κοίμησή του. Γόγγυζε και κατηγορούσε το Θεό για το κακό που τη βρήκε.

Είδα το Γέροντα ακίνητο! Βουβό! Αμίλητο, για λίγα λεπτά! Από τη μία, η απέραντη συμπόνια για τον πόνο της μάνας και από την άλλη, η οργή για το γογγυσμό της εναντίον του Θεού.

Ωστόσο, δεν άντεξε να υβρίζεται το όνομα του Θεού, και μάλιστα μπροστά σε τόσο κόσμο. Προκειμένου, λοιπόν, να βάλει τα πράγματα στη θέση τους και να συνετιστούν και άλλοι, τη ρώτησε μπροστά σε όλους:

“Πόσες εκτρώσεις έχεις κάνει;
“Δεκατρείς!” απάντησε εκείνη.
“Έτσι σπάραζες και τότε, όταν τα σκότωνες μόνη σου;” τη ρώτησε.

Η γυναίκα τα ‘χασε. Ο θρήνος κόπηκε αυτόματα. Από θύμα έγινε θύτης. Κι ήρθε σε συντριβή, με δάκρυα και πόνο…

Μαρτυρίες Προσκυνητών – Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης, τόμος Β’, σελ.130


Πώς φθάνουμε στην κατάκριση;

- Γέροντα, γιατί πέφτω συχνά στην κατάκριση;
- Επειδή ασχολείσαι πολύ με τους άλλους. Περιεργάζεσαι τις αδελφές και θέλεις από περιέργεια να μαθαίνεις τι κάνει η μια, τι κάνει η άλλη. Έτσι μαζεύεις υλικό, για να έχει το ταγκαλάκι να εργάζεται και να σε ρίχνει στη κατάκριση.

- Γιατί, Γέροντα, ενώ πρώτα δεν έβλεπα τα ελαττώματα των άλλων, τώρα τα βλέπω και κατακρίνω;
- Τώρα βλέπεις τα ελαττώματα των άλλων, γιατί δεν βλέπεις τα δικά σου.

- Από πού προέρχονται, Γέροντα, οι λογισμοί κατακρίσεως;
- Από την ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας, δηλαδή από την υπερηφάνεια- και από την τάση να δικαιολογούμε τον εαυτό μας.

- Γέροντα, η κατάκριση έχει έλλειψη αγάπης;
- Έμ, τι έχει; Και έλλειψη αγάπης έχει και αναίδεια έχει. Όταν δεν έχεις αγάπη, δεν βλέπεις με επιείκεια τα λάθη των άλλων, οπότε τους ταπεινώνεις μέσα σου και τους κατακρίνεις. Πάει μετά το ταγκαλάκι και τους βάζει να κάνουν και άλλο σφάλμα. Το βλέπεις εσύ, τους κατακρίνεις πάλι και ύστερα συμπεριφέρεσαι με αναίδεια.

- Μερικές φορές, Γέροντα, με στεναχωρεί η αδελφή με την οποία συνεργάζομαι και την κατακρίνω.
- Πού ξέρεις εσύ με πόσα ταγκαλάκια πολεμάει εκείνη την ώρα η αδελφή; Μπορεί να τη πολεμούσαν πενήντα δαίμονες, για να την ρίξουν, ώστε να σε κάνουν να πεις: «Ά, τέτοια είναι». Ύστερα, όταν δουν ότι την κατέκρινες, θα έρθουν πεντακόσιοι δαίμονες να την ρίξουν πάλι μπροστά σου, για να την κατακρίνεις ακόμα περισσότερο.

Μπορεί λ.χ. να της πεις: «Αδελφή, μη βάζεις αυτό το πράγμα εκεί, εδώ είναι η θέση του». Την άλλη μέρα θα την κάνει το ταγκαλάκι να ξεχάσει τι της είπες και να το βάλει πάλι στην ίδια θέση. Θα κάνει και καμιά άλλη αταξία και θα λες με το λογισμό σου: «Μα χθες της είπα να προσέξει και σήμερα το έβαλε πάλι εκεί! Έκανε κι άλλη αταξία!». Οπότε την κατακρίνεις και δεν μπορείς να συγκρατηθείς και να μη μιλήσεις. «Αδελφή, της λες, δεν σου είπα να μην το βάλεις εκεί; Αυτό είναι ακαταστασία. Με έχει σκανδαλίσει η συμπεριφορά σου!».

Αυτό ήταν! Ο διάβολος έκανε την δουλειά του. Σε έβαλε να την κατακρίνεις, αλλά και να ψυχρανθείς μαζί της. Και εκείνη, επειδή δεν ξέρει ότι εσύ ήσουν η αιτία για την απροσεξία της, θα νοιώθει τύψεις που σε σκανδάλισε και θα πέσει σε λύπη. Βλέπετε με τι πονηριά εργάζεται το ταγκαλάκι κι εμείς το ακούμε;

Γι’ αυτό προσπαθήστε να μην κρίνετε κανέναν. Να κρίνετε μόνον τα ταγκαλάκια που, ενώ ήταν Άγγελοι, κατάντησαν δαίμονες και, αντί να μετανοήσουν, γίνονται πιο πονηροί και κακοί και βάλθηκαν με μανία να καταστρέψουν τα πλάσματα του Θεού. Ο πονηρός δηλαδή παρακινεί τους ανθρώπους να κάνουν παραξενιές και αταξίες, και ο ίδιος πάλι βάζει λογισμούς άλλους ανθρώπους, για να κρίνουν και να κατακρίνουν, και έτσι νικάει και τους μεν και τους δε.

Και αυτοί μεν που νικούνται και κάνουν αταξίες, αισθάνονται μετά την ενοχή τους και μετανοούν, ενώ οι άλλοι που κατακρίνουν δικαιώνουν τον εαυτό τους, υπερηφανεύονται και καταλήγουν στην ίδια πτώση με τον πονηρό, την υπερηφάνεια.

Από το βιβλίο του Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι Ε΄ «Πάθη και Αρετές»


Γέροντας Παΐσιος: «Στις θλίψεις ο Θεός δίνει αληθινή παρηγοριά»!

Ο Θεός βλέπει από κοντά τις ταλαιπωρίες των παιδιών του και τα παρηγορεί σαν καλός Πατέρας.

Γιατί, τι νομίζεις, θέλει να βλέπη το παιδάκι Του να ταλαιπωρήται;Όλα τα βάσανά του, τα κλάματά του, τα λαμβάνει υπ’ όψιν Του και ύστερα πληρώνει. Μόνον ο Θεός δίνει στις θλίψεις την αληθινή παρηγοριά.

Γι’ αυτό, άνθρωπος που δεν πιστεύει στην αληθινή ζωή, που δεν πιστεύει στον Θεό, για να Του ζητήση το έλεός Του στις δοκιμασίες που περνάει, είναι όλο απελπισία και δεν έχει νόημα η ζωή του.

Πάντα μένει αβοήθητος, απαρηγόρητος και βασανισμένος σ’ αυτήν την ζωή, αλλά καταδικάζει και αιώνια την ψυχή του.

Οι πνευματικοί όμως άνθρωποι, επειδή όλες τις δοκιμασίες τις αντιμετωπίζουν κοντά στον Χριστό, δεν έχουν δικές τους θλίψεις. Μαζεύουν τις πολλές πίκρες των άλλων, αλλά παράλληλα μαζεύουν και την πολλή αγάπη του Θεού. Όταν ψάλλω το τροπάριο «Μη καταπιστεύσης με ανθρωπίνη προστασία, Παναγία Δέσποινα», καμμιά φορά σταματώ στο «αλλά δέξαι δέησιν του ικέτου σου...». Αφού δεν έχω θλίψη, πως να πω «θλίψις γαρ έχει με, φέρειν ου δύναμαι»[9]; Ψέμματα να πω; Στην πνευματική αντιμετώπιση δεν υπάρχει θλίψη, γιατί, όταν ο άνθρωπος τοποθετηθή σωστά, πνευματικά, όλα αλλάζουν. Αν ο άνθρωπος ακουμπήση την πίκρα του πόνου του στον γλυκύ Ιησού, οι πίκρες και τα φαρμάκια του μεταβάλλονται σε μέλι.

Αν καταλάβη κανείς τα μυστικά της πνευματικής ζωής και τον μυστικό τρόπο με τον οποίο εργάζεται ο Θεός, παύει να στεναχωριέται για ό,τι του συμβαίνει, γιατί δέχεται με χαρά τα πικρά φάρμακα που του δίνει ο Θεός για την υγεία της ψυχής του. Όλα τα θεωρεί αποτελέσματα της προσευχής του, αφού ζητάει συνέχεια από τον Θεό να του λευκάνη την ψυχή. Όταν όμως οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τις δοκιμασίες κοσμικά, βασανίζονται. Αφού ο Θεός όλους μας παρακολουθεί, πρέπει να παραδίνεται κανείς εν λευκώ σ’ Αυτόν. Αλλιώς είναι βάσανο· ζητάει να του έρθουν όλα, όπως εκείνος θέλει, αλλά δεν του έρχονται όλα όπως τα θέλει, και ανάπαυση δε βρίσκει.΄

Γέροντας Παΐσιος: «Ποτέ με το μάτι»!

Σε μία συζήτηση με τον αγιορείτη ιερομόναχο Δ. Δ και γνωρίζοντας την συχνή συναναστροφή του με τον Γέροντα Παΐσιο και στην επιμονή μου να μου διηγηθεί κάτι, μου αποκάλυψε θαυμαστή, σπουδαία και ωφέλιμη , κυρίως για εμάς τους ιερείς, ιστορία την οποία και παραθέτω.

Ήταν το πρώτο μου Πάσχα ως διάκονος στην Ιερά Μονή Αγίου Διονυσίου του Αγίου Όρους το έτος 1982 , ανέφερε στον γράφοντα ο ιερομόναχος.

Αξιώθηκα να λάβω μέρος στη αναστάσιμη Θεία Λειτουργία με ιερουργούντα τον πολιό γέροντα και ευλαβέστατο Καθηγούμενο Χαράλαμπο Διονυσιάτη.

Δεν θα σου πω, συνέχισε ο ιερομόναχος, για τα πνευματικά αισθήματα και τις θείες αλλοιώσεις από την συμμετοχή στη θ. λατρεία , προηγηθείσης βέβαια και της ανάλογης προετοιμασίας καθ΄όλη τη Σαρακοστή αλλά θα επικεντρώσω μόνο σε ένα περιστατικό σπουδαίας σημασίας για κάθε λειτουργό του Τριαδικού Θεού.

Καθώς λοιπόν προχωρούσε η θ. Λειτουργία ο γέρο- Χαράλαμπος, μνημόνευε όπως είχε αρχή, πλήθος ονομάτων.

Πλησίαζε η ώρα για να μπούμε στην θ. λειτουργία και συνέχιζε την μνημόνευση μαζί με τους άλλους ιερείς.Τότε εγώ, παρότι διάκονος αλλά με το θάρρος που προερχόταν από την μεγάλη μου αγάπη για τον γερο-Χαράλαμπο του λέω: Γέροντα, είναι πολλά τα ονόματα. Έφεξε. Δεν θα προλάβουμε. Πρέπει να καλύψουμε την πρόθεση για να προχωρήσουμε στη θ. Λειτουργία. Όλη την Διακαινήσιμο εβδομάδα έχουμε χρόνο να τα διαβάζουμε και θα τα τελειώσουμε… Αυτός με κοίταξε κάπως αυστηρά και μου λέει: "Πάσχα, διάκο, σήμερα και οι ψυχές αυτές από εμάς περιμένουν βοήθεια, ευλογημένε"!

Εγώ όμως γύρισα στους συλλειτουργούντας π. Παντελεήμονα και π. Σάββα και τους λέω : Ο Γέροντας δεν έχει σκοπό να τελειώσουμε σήμερα! Πάρτε τα χαρτιά με τα ονόματα για να αδειάσουν αυτές οι στοίβες … Λέω, μάλιστα, χαρακτηριστικά την λέξη κλειδί για την συνέχεια της συζήτησης : ‘’Πατέρες, τα ονόματα με το μάτι’’.

Και εγώ δυστυχώς το έκανα... Έπαιρνα το χαρτί με τα ονόματα , το έβλεπα σαν να το φωτογράφιζα και δεν διάβαζα ένα-ένα τα ονόματα. Την Τρίτη ημέρα του Πάσχα και ενόψει της χειροτονίας μου σε ιερέα επισκέφθηκα τον γερο- Παΐσιο.

Μόλις με είδε ο Γέροντας μου λέει : -άντε βρε παιδί μου, καιρό είχες να φανείς. -Πότε γέροντα να έρθω; Είχαμε τόσες ακολουθίες στο μοναστήρι, πού να βρω χρόνο. Και αφού μιλήσαμε αρκετή ώρα , λέω στο Γέροντα Παΐσιο: -Θα μου δώσετε τώρα και μία συμβουλή ως δώρο για την χειροτονία μου; -Πήγαινε διάκο τώρα, τόσες φορές τα είπαμε.

Όσα σου λέω πάντα αλλά και τα σημερινά είναι το δώρο.

Εγώ όμως επέμενα λέγοντας πως θέλω ένα έξτρα δώρο για την χειροτονία μου, πιο συγκεκριμένο. Με χτυπούσε ο Γέροντας στην πλάτη καθώς με ξεπροβοδούσε μέχρι τον φράχτη της καλύβης του και μπρός στην επιμονή μου, μου λέει : -Πως να ξεμπλέξω με εσένα! Άντε να σου πω. Να σου κάνω το δώρο. Άκου διάκο: όταν μνημονεύεις ονόματα να μην βαριέσαι και "ποτέ με το μάτι"! Πάντοτε με την ψυχή σου.

Το θαυμαστό είναι ότι ο Γέροντας Παΐσιος μου απάντησε με τα λόγια που έλεγα στους άλλους: "με το μάτι τα ονόματα".

Ποτέ με το μάτι, συνέχισε ο Γέροντας αλλά να βλέπεις την ψυχή που μνημονεύεις, τι βάσανα , τι πειρασμούς και τι δοκιμασία έχει και τότε, παιδί μου, θα δείτε θαύματα στο Θυσιαστήριο.

Αλλιώς , συνέχισε ο γέρο- Παΐσιος, παραπάνω αξία έχω εγώ στο Θεό που βάφω καμιά φορά τα παπούτσια μου (και έκανε την κίνηση ο Γέροντας) και λέω και την ευχή Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με, παρά εσείς που τάχα μνημονεύετε και παίζετε στο θυσιαστήριο....
Του π. Νεκταρίου Σαββίδη


Αγάπη πνευματικού προς εξομολογούμενο

Ο χαριτωμένος πνευματικός αγαπάει και πονάει την ψυχή, γιατί γνωρίζει την μεγάλη αξία της. Την βοηθάει στην μετάνοια, την ξαλαφρώνει με την εξομολόγηση, την ελευθερώνει από το άγχος και την οδηγεί στον παράδεισο.

Ο πνευματικός ονομάζεται «πατήρ» γι’ αυτό πρέπει να προσπαθήση να είναι αληθινός πατέρας ∙ να νουθετή με θεϊκή αγάπη και στοργή. Να έρχεται στην θέση του εξομολογούμενου και να ζη τον πόνο του, ώστε ο εξομολογούμενος να βλέπη στο πρόσωπό του ζωγραφισμένο τον δικό του πόνο.

Αυτό χρειάζεται ιδιαίτερα στην εποχή μας , που οι άνθρωποι έχουν ανάγκη από λίγο δροσερό νερό, και όχι από δυνατό ξίδι.

Οι περισσότεροι, επειδή δέχονται επιδράσεις δαιμονικές, δύσκολα δέχονται μια πνευματική συμβουλή ή μια παρατήρηση. Γι’ αυτό και το μάλωμα πρέπει να γίνεται με αγάπη∙ η υπόδειξη του σφάλματος με λεπτό τρόπο , με γέλιο ή με ένα αστείο.

Η αγάπη πληροφορεί , ενώ τα ψυχικά πάθη προδίδουν τον άνθρωπο. Όταν δεν υπάρχη αγάπη, η παρατήρηση μπορεί να γίνει με όμορφο τρόπο, αλλά ο άλλος κλωτσάει, γιατί αισθάνεται το ανθρώπινο στοιχείο στην συμπεριφορά μας .

Ενώ, όταν το μάλωμα γίνεται με πόνο και αγάπη, ο άλλος μπορεί να στενοχωριέται, αλλά στο βάθος δεν πληγώνεται, γιατί νιώθει την αγάπη . Γνωρίζω έναν πνευματικό που είναι αρκετά παχύς- φυσικά είναι και η κράση του, αλλά μπορεί και στο φαγητό λίγο να μην προσέχη, ξέρετε όμως πόσο πονάη για τον άλλον, πόσο ενδιαφέρεται για τους πονεμένους;

Αυτός έχει ταπείνωση ,γιατί λέει ότι δεν κάνει άσκηση, αλλά παράλληλα έχει πολλή καλωσύνη, και έτσι πολλοί αναπαύονται περισσότερο σ’ αυτόν παρά σε έναν ασκητικό πνευματικό.

Ένας πνευματικός , που δεν είναι αποφασισμένος να πάη ακόμη και στην κόλαση για την αγάπη των πνευματικών παιδιών του, δεν είναι πνευματικός.

Από το βιβλίο «Πνευματικός αγώνας »
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Γ’


Γέροντας Παϊσιος:''Όλα ξεκινούν από τους λογισμούς''

Μεγάλο βάρος έδινε στον λογισμό ο Γέροντας. Πάντα ανέφερε ότι όλα ξεκινούν από τους καλούς λογισμούς, οι οποίοι αποδιώκουν τους κακούς. Να σκεπτόμαστε θετικά για τον συνάνθρωπο και όχι αρνητικά, γιατί αλλιώς εισέρχεται η πονηριά στον άνθρωπο και η ισχυρογνωμοσύνη.

Μάλιστα ανέφερε να μην εμπιστευόμαστε και τους δικούς μας λογισμούς και να δίνουμε χώρο στο θέλημα του Θεού, γιατί όποιος κάνει κάτι τέτοιο βγαίνει πάντα κερδισμένος.

Φιλότιμο. Ο Γέροντας διαρκώς ανέφερε ότι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν και αρχοντική αγάπη. «Ότι προσφέρουμε ή κάνουμε», έλεγε «πρέπει να γίνεται φιλότιμα και όχι αναγκαστικά και συμφεροντολογικά. Να μην ακολουθούμε από φόβο αλλά να έχουμε θέληση και καλή προαίρεση, όπως και ο Χριστός όταν ήρθε σε αυτόν τον κόσμο».

Θεία Δικαιοσύνη. Ανέφερε διαρκώς πως αν ο άνθρωπος θέλει να ομοιάσει στους Αγίους πρέπει να εφαρμόζει την Θεία δικαιοσύνη και όχι την ανθρώπινη. Η ανθρώπινη δικαιοσύνη κατά τον Γέροντα είναι τυφλή και υπάρχει για να αποτρέπει τους κακούς και πονηρούς ανθρώπους. Η Θεία δικαιοσύνη όμως στοχεύει να εξυπηρετεί τον αδύναμο άνθρωπο και αυτούς που έχουν ανάγκη. Όταν εφαρμόζουμε την Θεϊκή δικαιοσύνη τότε αποφεύγουμε τις έριδες, τις κατακρίσεις και τις διαφορές με τους συνανθρώπους μας.

Θεία Πρόνοια. Η Θεία πρόνοια είναι ανεξιχνίαστη και ανεξερεύνητη, στοχεύει στη σωτηρία του ανθρώπου και την αιώνια ζωή. Επεσήμανε πως δεν πρέπει συνέχεια να μεριμνούμε για τα « βιοτικά » πράγματα, γιατί ο Θεός προνοεί έτσι ώστε να μας δίνει αυτό που ποθούμε, πολλές φορές πριν καν το ζητήσουμε, αρκεί το μυαλό μας να βρίσκεται σε Αυτόν και να προσευχόμαστε. Όταν συμβαίνει κάτι άσχημο σε κάποιον είναι παραχώρηση από το Θεό και όχι σταλμένο από Αυτόν, έτσι ώστε να εκπαιδεύσει του ανθρώπους ένεκα της οικονομίας Του.

Ταπείνωση. Η ταπείνωση για το γέροντα ήταν το θεμελιώδες στοιχείο της σωτηρίας του ανθρώπου και γενικότερα το στοιχείο το οποίο επιφέρει τις καλές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Ανέφερε μάλιστα ότι ο Θεός «αδυνατεί» να βοηθήσει όταν ο άνθρωπος δεν ταπεινώνεται και προσπαθεί τότε με κάθε τρόπο να επιφέρει την ταπείνωση, μέσω των παθών. Χωρίς ταπείνωση, συνέχιζε, δεν επέρχεται η Θεία Χάρις, κλείνουμε την καρδιά μας από το Χριστό και ότι αρχικά «κερδίζουμε» γρήγορα το ξαναχάνουμε.

Υπακοή. Η πλήρης υπακοή, σύμφωνα με το γέροντα επιφέρει την ταπείνωση που είναι η αρχή όλων των καλών. «Να υπακούμε και όταν αδικούμαστε, γιατί ο Θεός ανταποδίδει την υπομονή στην αδικία» συχνά έλεγε. «Σήμερα όλοι είναι ανυπόμονοι, οι υπομονετικοί όμως σύμφωνα με το Χριστό θα κερδίσουν την βασιλεία των ουρανών», κατέληγε.


Εξομολόγηση, να δένουμε το τραύμα της ψυχής μας

- Γέροντα, όταν στον αγώνα μου έχω πτώσεις, πανικοβάλλομαι.

- Μη φοβάσαι. Αγώνας είναι και θα έχουμε και τραύματα. Με την εξομολόγηση αυτά θεραπεύονται. Βλέπεις, οι στρατιώτες στον πόλεμο, όταν τραυματίζονται επάνω στην μάχη, τρέχουν αμέσως στον γιατρό, δένουν το τραύμα τους και συνεχίζουν να πολεμούν φιλότιμα. Εν τω μεταξύ αποκτούν και πείρα από τον τραυματισμό και προφυλάγονται καλύτερα, ώστε να μην ξανατραυματισθούν.

Έτσι και εμείς, όταν τραυματιζόμαστε πάνω στον αγώνα μας, δεν πρέπει να δειλιάζουμε, αλλά να τρέχουμε στον γιατρό - στον πνευματικό -, να του δείχνουμε το τραύμα μας, να θεραπευόμαστε πνευματικά, και πάλι να συνεχίζουμε «τον καλόν αγώνα».
Κακό είναι, όταν δεν ψάχνουμε να βρούμε τους φοβερούς εχθρούς της ψυχής, τα πάθη, και δεν αγωνιζόμαστε για να τους εξοντώσουμε.

- Γέροντα, μερικοί από φιλότιμο δεν πάνε να εξομολογηθούν. «Αφού μπορεί να ξανακάνω το ίδιο σφάλμα, λένε, για ποιο λόγο να πάω να το εξομολογηθώ; για να κοροϊδεύω τον παπά;».

- Αυτό δεν είναι σωστό! Είναι σαν να λέει ένας στρατιώτης, όταν τραυματίζεται: «Αφού ο πόλεμος δεν τέλειωσε και μπορεί πάλι να τραυματισθώ, γιατί να δέσω το τραύμα μου;». Αλλά, αν δεν το δέσει, θα πάθει αιμορραγία και θα πεθάνει. Μπορεί από φιλότιμο να μην πηγαίνουν να εξομολογηθούν, τελικά όμως αχρηστεύονται. Ο διάβολος, βλέπεις, εκμεταλλεύεται και τα χαρίσματα (π.χ. το φιλότιμο).

Αν δεν καθαρίζουμε με την εξομολόγηση την ψυχή μας, όταν πέφτουμε και λερωνόμαστε, σκεπτόμενοι ότι πάλι θα πέσουμε και θα λερωθούμε, προσθέτουμε λάσπες πάνω στις παλιές λάσπες και είναι δύσκολο μετά να καθαρίσουν.

Πηγή: «Ο βίος του γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου με νουθεσίες,
παραβολές και διδάγματα» τόμος Β'



"Ό τρόπος με τον oποίο ο π. Παΐσιος έπαιρνε το Άγιο Φώς κι ενώ έψελνε τόσο σιγά, νόμιζες ότι βοά προς τον Κύριο."



Αρχιμ.Αρσένιος Κατερέλου: Έζησα το τελευταίο Πάσχα του 1994 με τον Γέροντα Παϊσιο

"Τώρα, όσον άφορα στον Γέροντα Παΐσιο, με αφορμή την Θεολογική Σχολή, ιδιαίτερα κατά την περίοδο 93-94, πήγαινα τακτικά στην Σουρωτή και έκανα αρκετές, τότε, ακολουθίες, Λειτουργίες, κλπ.

Θυμάμαι ότι, όταν κάναμε ένα Ευχέλαιο και την ώρα πού ή άναξιότης μου θα έχριε τον Γέροντα Παΐσιο, εκείνος, λόγω της ιεροσύνης μου και της ταπείνωσης του, βέβαια, έσκυψε και φίλησε το αμαρτωλό χέρι μου. Εγώ τότε, κοκκίνισα, τάχασα, και ό μόνος τρόπος πού μπορούσα νομίμως να αντιδράσω ήταν κι εγώ, αυθόρμητα, να πάρω την ιδική του ευχή, γιατί είχα μπροστά μου έναν Άγιο, και να ασπασθώ κι εγώ, ταυτόχρονα, το δικό του χέρι. Με την κίνηση, όμως, πού έκανα για να φθάσω και να ασπασθώ το δικό του χέρι, έγινε μία σύγκρουσης κεφαλιών...!

Μόνο, πού το ένα ήταν γεμάτο μυαλό, ή μάλλον, γεμάτο θεία Χάρι, και το άλλο ήταν κούφιο, και από μυαλό, και από Χάρι, και αυτό φάνηκε και από τον χτύπο - σχήμα υπερβολής, βέβαια.
Αποκορύφωμα βέβαια όλης αυτής της συγκυρίας, με αφορμή την Θεολογική Σχολή, πού με έστειλε ό π. Παΐσιος, ήταν να κληθώ στην Μονή της Σουρωτής, για να κάνω τις ακολουθίες του Πάσχα, το 1994, το τελευταίο Πάσχα της επί γης ζωής του Γέροντα.

Τώρα, το πώς πήρα άδεια από τον Δεσπότη μου,στην Λαμία, και πώς ένας Δεσπότης είναι δυνατόν να αφήσει έναν ιερέα, να πάρει άδεια το Πάσχα, είναι μυστήριο, είναι ανεξήγητο, το πώς άνοιγαν οι πόρτες... Μάλιστα, μου είπε ό τότε Σεβασμιότατος, κυρός Δαμασκηνός: «Φύγε αμέσως, δεν θέλω να μου εξήγησης κανένα λόγο». Και, τότε, του είπα, γιατί του άρεσαν τα αστεία: «Φεύγω πριν το μετανιώσετε»....

Πράγματι, έφυγα γιατί φοβόμουν να μη το μετανοιώση και να μην έπηρεασθή... Είχα προετοιμασθή, να του πω πολλά επιχειρήματα, μήπως και με άφηνε να πάω εκεί, στην Σουρωτή, αλλά δεν χρειάσθηκε.

Και θυμάμαι όλα, όσα έγιναν εκείνη την Μεγάλη Εβδομάδα, στην Σουρωτή τα συγκινητικότατα, και ιδιαίτερα την Μεγάλη Πέμπτη το πρωί, στην Λειτουργία, στην ακολουθία, και κατά την ακολουθία της Αναστάσεως, πού αυτές έγιναν χωρίς κόσμο, εννοείται. Έγιναν παρουσία μόνον του Γέροντος και της αδελφότητος εκεί, στο παρεκκλήσι των Ταξιαρχών, των Αρχαγγέλων.

Τί να πρωτοαναφέρω, από όσα επιτρέπονται, βέβαια. Ό τρόπος με τον όποιο ό π. Παΐσιος έπαιρνε το Άγιο Φώς κι ενώ έψελνε τόσο σιγά, νόμιζες ότι βοά προς τον Κύριο. Όπως τότε, πού είπε ό Θεός στον Μωυσή «τί βοάς προς με;» κι ό Μωυσής μιλούσε από μέσα του. Πώς σιγόψελνε σέ όλη την ακολουθία... Ό τρόπος πού έλεγε τα «Αληθώς Ανέστη!» Ή ευλάβεια του. Οι σταυροί του. Το ύφος του, οι κινήσεις του, τα πάντα του. Το πώς κοινωνούσε από την αναξιότητα μου. Μάς έπιανε ένα τρέμουλο... Ή καρτερία του, πού έδειχνε στους πόνους. Ή όλη φερέπονος διάθεσίς του, κλπ., γιατί, τότε, είχαν απομείνει μόνο 25-30 κιλά βάρος στο σώμα του.

Φυσικά, μου μένει αξέχαστη ή τελευταία συνάντησις πού είχαμε μετά τον Εσπερινό της Αγάπης, όπου μεταξύ των άλλων, μου έλεγε τί του είχαν πει οι γιατροί. Οι γιατροί του είπαν, ότι ό καρκίνος θα έκανε μετάστασι και θα πήγαινε από το Α όργανο, στο Β στο Γ, στο Δ.... στο Ν, παντού. Έτσι του είχαν πει οι γιατροί, γιατί ήθελε να μάθη και την αλήθεια. Και, τότε ό π. Παΐσιος απήντησε χαριτωμένα, αναστάσιμα, ευχάριστα: «Ας πάει όπου θέλει ό καρκίνος, αρκεί έδω να μη πάει» είπε δείχνωντας το κεφάλι του. Δηλ., εννοούσε αρκεί να μη πειραζόταν ό νους του, για να έχει καλή απολογία. Γιατί, μου έλεγε: «Δεν έχει σημασία το πότε θα φύγωμε. Σημασία έχει να είμαστε πάντοτε έτοιμοι».

Μετά απ' αυτό, είπε στους γιατρούς: «Με κάνατε αστροναύτη, με τα οξυγόνα, με το α'καί με το β'... Τώρα, όμως, τελείωσε ή αποστολή σας. Τώρα αρχίζει ή δουλειά του Θεού». Μου είπε τότε και διάφορα άλλα....

Αλλά, καταλήγω εκεί πού ξεκίνησα. Εάν δεν έκανα παράλογη υπακοή να πάω Θεολογική Σχολή, προφανώς, μάλλον, δεν θα είχα αυτές τις πολλές και άλλες ευλογίες και πνευματικές παρηγοριές, πού είχα -αναξίως πάντα-, για τις όποιες, βέβαια, είμαστε αναπολόγητοι. Ελπίζομαι όμως στις ευχές του Γέροντα.

Ανάλογες, ανεξίτηλες παραστάσεις από τον παππούλη, έχομε, εννοείται, και από το Άγιον Όρος, πού ζούσε εκεί σαν καιομένη λαμπάδα. Από εκεί, π.χ., έχω μία κασέτα, από την ακολουθία της Αναστάσεως, στο Κελλί του π. Ισαάκ, όπου πάντα έκανε Πάσχα ό Γέροντας. Τότε, ήμουν δόκιμος, αλλά και άλλες φορές, ως φοιτητής, είχε τύχει να κάνω εκεί Πάσχα. Όλοι ήμασταν συγκινημένοι από την παρουσία του Γέροντα, ό όποιος ερχόταν από το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου και διηγιόταν ευχάριστα, ωφέλιμα περιστατικά.

Ό Γέροντας, όταν έψελνε, έψελνε από τα φυλλοκάρδια της καρδιάς του. Όταν μάλιστα κάποιοι του έλεγαν «Γέροντα ψάλε κάτι κι εσύ», έλεγε «ά, εγώ δεν θέλω να ψάλω κάτι, γιατί θέλω να ψέλνω συνέχεια», δηλ. συνεχώς. Πράγματι, σιγόψελνε σ' όλην την ακολουθία εκεί στην Λιτή -ας την πούμε έτσι- του παρεκκλησίου του Κελιού, του π. Ισαάκ.

Μάλιστα, εκεί ήταν κι ένας Λιβανέζος, -γιατί ήμαστε είκοσι πέντε περίπου άτομα εκ των οποίων δύο ήσαν Λιβανέζοι- και του είπε ό π. Παΐσιος «να διαβάσετε τις Πράξεις και στα Αραβικά». Και του άπαντα ό Λιβανέζος «μα, Γέροντα, δεν είναι σωστό, γιατί όλοι εσείς είστε Έλληνες, δεν θα καταλαβαίνετε τίποτε από τα Αραβικά». Και λέει ό π. Παΐσιος: «Καλύτερα, για να μην έχωμε και ευθύνη εν ήμερα Κρίσεως».... Έλεγε κι άλλα τέτοια χαριτωμένα.

Κάποια στιγμή, του είπε ένας Λιβανέζος: «Γέροντα, να σέ βγάλω «μία» φωτογραφία;» Κι ό Γέροντας του λέει: «Πονηρούλη, «μία» στα Αραβικά, σημαίνει 100»!
Ήταν άνοιξης, άκουγε τα πουλιά έξω να κελαϊδάνε και με ρωτάει: «Τί λένε, τώρα, τα πουλάκια;» «Που να ξέρω Γέροντα;» του λέω. «Ευλογημένε, λένε το "Χριστός Ανέστη!" "

*ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΔΙΑ ΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΝ ΚΑΙ ΙΣΑΑΚ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΑΣ. "ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ


Ο Γέροντας Παΐσιος και το φίδι!

Μια ομάδα από έξι άτομα πήγαν στο Άγιο Όρος να συναντήσουν και να γνωρίσουν τον Γέροντα Παΐσιο, το έτος 1974, μία εβδομάδα πριν από την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο.

Τότε δεν ήταν ακόμα και τόσο γνωστός ο Γέροντας.Οι επισκέπτες ακολούθησαν ένα στενό μονοπάτι γεμάτο χαμόκλαδα και βρέθηκαν σε μια Καλύβη.Είδαν ένα γεροντάκι με τριμμένο ράσο και έσκαβε. Κάποιος από την παρέα ρώτησε:

-Πού είναι ο Γέροντας Παΐσιος;

-Εδώ είναι, απάντησε το γεροντάκι.

Τους άνοιξε την πόρτα, μπήκαν και προσκύνησαν. Όταν βγήκαν, είδαν τον μοναχό πιο περιποιημένο. Κι εκείνος, πού είχε ρωτήσει την πρώτη φορά, ξαναρώτησε:

-Πού είναι ο π. Παΐσιος;

-Εσείς ήρθατε να δείτε ένα μεγάλο καρπούζι και βρήκατε ένα νεροκολόκυθο, απάντησε ο μοναχός.

Όλοι κατάλαβαν τότε, ότι βρίσκονταν μπροστά στον Πατέρα Παΐσιο.Κάθισαν κάτω από μια ελιά, άλλοι σε πέτρες και άλλοι στα χόρτα. Το τι ακολούθησε δεν περιγράφεται. Η συζήτηση ήταν μια πνευματική πανδαισία. Είχε την πιο κατάλληλη, φωτισμένη και πνευματική απάντηση στις ερωτήσεις και τις απορίες των επισκεπτών. Μετά από συζήτηση μιας ώρας, μέσα από τα χαμόκλαδα, εμφανίστηκε ένα τεράστιο φίδι. Δενδρογαλιά πρέπει να ήταν.-Φίδι, φίδι φώναξε κάποιος από την παρέα και πετάχτηκε επάνω παίρνοντας μια πέτρα στο χέρι του.

Ο Γέροντας τους καθησύχασε λέγοντας:

-Μην το πειράζετε, αυτό έρχεται να μου κάνει παρέα. Σηκώθηκε, πήρε ένα τενεκεδάκι, το γέμισε νερό και το άφησε πιο πέρα.

Αφού το φίδι ήπιε νερό, ο γέροντας Παΐσιος τού είπε:

-Φύγε τώρα, έχω παρέα. Αμέσως το φίδι, υπακούοντας, χάθηκε στα χόρτα αθόρυβα, όπως είχε εμφανισθεί.Όλοι έμειναν άναυδοι. Το γεγονός αυτό και η συζήτηση πού είχε προηγηθεί χαράχθηκαν βαθιά στην ψυχή τους.

Επιπλέον ο Γέροντας τους επεσήμανε προφητικά τα γεγονότα πού ακολούθησαν με την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο...
Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου
Από το βιβλίο «Βίος Γέροντος Παΐσιου»

Γέροντας Παΐσιος: «Ο διάβολος θυμάται την προηγούμενη κατάστασή του»

- Γέροντα, ο διάβολος θυμάται την προηγούμενη κατάστασή του;

- Αν θυμάται λέει; Αυτός είναι πυρ και μανία, γιατί δεν θέλει να γίνουν άλλοι Άγγελοι, που θα τον αντικαταστήσουν. Και όσο πάει χειρότερος γίνεται. Εξελίσσεται στην κακία και στον φθόνο.

Ω, αν νιώση κανείς το κατάντημα του διαβόλου, θα κλαίη μέρα-νύχτα! Εδώ έναν καλό άνθρωπο βλέπει κανείς που αλλάζει, γίνεται εγκληματίας, και πόσο στενοχωριέται! Πόσο μάλλον να δη έτσι όχι έναν άνθρωπο αλλά έναν Άγγελο!

Κάποτε, ένας μοναχός* είχε πονέσει πολύ τους δαίμονες και, ενώ προσευχόταν γονατιστός, πεσμένος κάτω, έλεγε τα εξής: «Εσύ Θεός είσαι και, άμα θέλης, μπορείς να βρης έναν τρόπο για να σωθούν και αυτοί οι δυστυχισμένοι δαίμονες, οι οποίοι, ενώ είχαν τέτοια μεγάλη δόξα πρώτα, τώρα έχουν όλη την κακία και την διαβολιά του κόσμου και, εάν δεν μας προστάτευες, θα μας είχαν ρημάξει όλους τους ανθρώπους».

Ενώ λοιπόν έλεγε αυτά τα λόγια προσευχόμενος με πόνο, βλέπει ένα κεφάλι σκυλήσιο δίπλα του να του βγάζη την γλώσσα του και να τον κοροϊδεύη. Το επέτρεψε φαίνεται ο Θεός αυτό, για να πληροφορήση τον μοναχό ότι Εκείνος έτοιμος είναι να τους δεχθή, αρκεί να μετανοήσουν, αλλά αυτοί δεν θέλουν την σωτηρία τους. Βλέπετε, η πτώση του Αδάμ αντιμετωπίσθηκε με τον ερχομό του Θεού στην γη, με την Ενανθρώπηση. Ενώ του διαβόλου η πτώση δεν υπάρχει περίπτωση να αντιμετωπισθή, εκτός αν ταπεινωθή. Ο διάβολος δεν διορθώνεται, γιατί δεν θέλει. Ξέρετε πόσο θα χαιρόταν ο Χριστός! Και ο άνθρωπος, μόνον όταν δεν θέλη, δεν διορθώνεται.

- Γέροντα, ο διάβολος γνωρίζει ότι ο Θεός είναι αγάπη και τον αγαπάει και παρ’ όλα αυτά συνεχίζει το τυπικό του;

- Εμ, πώς δεν το γνωρίζει! Αλλά η υπερηφάνεια τον αφήνει; είναι όμως και πονηρός. Προσπαθεί τώρα να κερδίση όλον τον κόσμο.

Σου λέει: «Αν έχω περισσότερους οπαδούς, θα αναγκασθή ο Θεός στο τέλος να λυπηθή όλα τα πλάσματά Του και θα με πάρη κι εμένα το σχέδιο!» Έτσι νομίζει. Γι’ αυτό θέλει, όσο μπορεί, να αποκτήση πιο πολλούς οπαδούς. Βλέπετε πού το πάει; Σου λέει: «Έχω τόσους με το μέρος μου! Θα αναγκασθή ο Θεός να χαρισθή και σ’ εμένα!» Χωρίς να μετανοιώση! Και ο Ιούδας το ίδιο δεν έκανε;

Ήξερε ότι ο Χριστός θα ελευθέρωνε τους νεκρούς από τον Άδη. Σου λέει: «Θα πάω κι εγώ πριν από τον Χριστό, για να με ελευθερώση κι εμένα». Βλέπεις πονηριά; Αντί να ζητήση συγχώρηση από τον Χριστό, πήγε να κρεμασθή. Και να δήτε, η ευσπλαχνία του Θεού λύγισε την συκιά, και αυτός μάζεψε τα πόδια του, για να μην ακουμπήσουν κάτω. Και όλα αυτά, για να μην πάη να πη ένα «ευλόγησον». Φοβερό! Έτσι λοιπόν και ο διάβολος, ο αρχηγός του εγωισμού, δεν λέει «ήμαρτον», αλλά συνέχεια ζορίζεται να αποκτήση περισσότερους οπαδούς...

*Ο μοναχός αυτός, όπως διαπιστώθηκε αργότερα, ήταν ο ίδιος ο Γέροντας Παΐσιος.
Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου
Από το βιβλίο «Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο»,
Λόγοι Α'


Η προσευχή του γέροντα Παϊσίου
Κύριε ημών Ιησού Χριστέ,

Μην εγκαταλείπεις τούς δούλους Σου πού ζουν μακριά από την Εκκλησία, η αγάπη Σου να ενεργήσει και να τούς φέρει όλους κοντά Σου.

- Μνήσθητι, Κύριε, των δούλων Σου πού υποφέρουν από τον καρκίνο.
- Των δούλων Σου πού υποφέρουν από μικρά ή μεγάλα νοσήματα.
- Των δούλων Σου πού υποφέρουν από σωματικές αναπηρίες.
- Των δούλων Σου πού υποφέρουν από ψυχικές αναπηρίες.

- Μνήσθητι των αρχόντων και βοήθησον αυτούς να κυβερνούν χριστιανικά.
- Μνήσθητι, Κύριε, των παιδιών πού προέρχονται από προβληματικές οικογένειες.
- Των προβληματικών οικογενειών και των διαζευγμένων.
- Μνήσθητι, Κύριε, των ορφανών όλου του κόσμου, όλων των πονεμένων και των αδικημένων στην ζωή, όσων έχουν χάσει τούς συζύγους τους.

- Μνήσθητι, Κύριε, όλων των φυλακισμένων, των αναρχικών, των ναρκομανών, των φονέων, των κακοποιών, των κλεφτών, φώτισον και βοήθησον αυτούς να διορθωθούν.
- Μνήσθητι όλων των ξενιτεμένων.

- Όλων όσων ταξιδεύουν στην θάλασσα, στην ξηρά, στον αέρα και φύλαξον αυτούς.
- Μνήσθητι της Εκκλησίας μας, των πατέρων (κληρικών) της Εκκλησίας και των πιστών.
- Μνήσθητι, Κύριε, όλων των μοναστικών αδελφοτήτων, ανδρικών και γυναικείων, των γερόντων και των γεροντισσών και όλων των αδελφοτήτων και των αγιορειτών πατέρων.

- Μνήσθητι, Κύριε, των δούλων Σου πού είναι σέ καιρό πολέμου.
- Όσων καταδιώκονται στα βουνά και στους κάμπους.
- Όσων είναι σαν κυνηγημένα πουλάκια.

- Μνήσθητι των δούλων Σου πού άφησαν τα σπίτια τους και τις δουλειές τους και ταλαιπωρούνται.
- Μνήσθητι, Κύριε, των φτωχών, αστέγων και προσφύγων.
- Μνήσθητι, Κύριε, όλων των εθνών, να τα έχεις στην αγκαλιά σου, να τα σκεπάζεις με την αγία Σου Σκέπη, να τα φυλάγεις από κάθε κακό και από τον πόλεμο. Και την αγαπημένη μας Ελλάδα μέρα και νύκτα να την έχεις στην αγκαλιά σου, να την σκεπάζεις με την αγία Σου Σκέπη, να την φυλάγεις από κάθε κακό και από τον πόλεμο.

- Μνήσθητι, Κύριε, των ταλαιπωρημένων εγκαταλελειμμένων, αδικημένων, δοκιμασμένων οικογενειών και δώσε πλούσια τα ελέη σου σ’ αυτές.
- Μνήσθητι των δούλων σου πού υποφέρουν από ψυχικά και σωματικά προβλήματα πάσης φύσεως.

- Μνήσθητι όσων βρίσκονται σέ απόγνωση, βοήθησε και γαλήνευσε τους.
-Μνήσθητι, Κύριε, των δούλων Σου πού ζήτησαν τις
προσευχές μας.
-Μνήσθητι και πάντων των απ’ αιώνος κεκοιμημένων και άνάπαυσον αυτούς.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΑΖΙ ΜΑΣ, ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΑΖΙ ΤΟΥ;
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ


Αν ζητούμε κάτι από τον Θεό, χωρίς να θυσιάζουμε και κάτι, δεν έχει αξία. Αν κάθωμαι και λέω: «Θεέ μου, Σε παρακαλώ, κάνε καλά τον τάδε άρρωστο», χωρίς να κάνω κάποια θυσία, είναι σαν να λέω απλώς καλά λόγια.

Ο Χριστός να δη την αγάπη μου, την θυσία μου, και τότε θα εκπληρώση το αίτημά μου, αν βέβαια αυτό είναι για το πνευματικό καλό του άλλου.

Γι’ αυτό, όταν οι άνθρωποι σας ζητούν να προσευχηθήτε για κάποιον άρρωστο, να τους λέτε να προσευχηθούν και αυτοί ή τουλάχιστον να αγωνισθούν να κόψουν τα κουσούρια τους.

Μερικοί άνθρωποι έρχονται και μου λένε: «Κάνε με καλά· έμαθα ότι μπορείς να με βοηθήσης». Θέλουν όμως να βοηθηθούν, χωρίς οι ίδιοι να καταβάλλουν καθόλου προσπάθεια. Λες λ.χ. στον άλλον: «μην τρως γλυκά, κάνε αυτήν την θυσία, για να σε βοηθήση ο Θεός», και σου λένε: «Γιατί; Δεν μπορί να με κάνη καλά ο Θεός;».

Δεν κάνουν μια θυσία για τον εαυτό τους, πόσο μάλλον να θυσιασθούν για τον άλλον. Άλλος δεν τρώει γλυκά, για να βοηθήση ο Χριστός όσους πάσχουν από ζάχαρο, ή δεν κοιμάται, για να δώση λίγο ύπνο ο Χριστός σ’ αυτούς που πάσχουν από αϋπνίες. Έτσι συγγενεύει ο άνθρωπος με τον Θεό. Τότε ο Θεός δίνει την Χάρη Του.

Εγώ, όταν μου λέη κάποιος πως δεν μπορεί να προσευχηθή για κάποιον δικό του που είναι άρρωστος, του λέω να κάνη και αυτός μια θυσία για τον άρρωστο. Συνήθως του λέω να κάνη κάτι που θα είναι καλό και για την δική του υγεία.

Ήρθε κάποτε από την Γερμανία στο Καλύβι ένας πατέρας, που το κοριτσάκι του είχε αρχίσει να παραλύη. Οι γιατροί το είχαν ξεγράψει. Ήταν ο καημένος τελείως απελπισμένος. «Κάνε κι εσύ μια θυσία, του είπα, για την υγεία του παιδιού σου. Να κάνης μετάνοιες, δεν μπορείς· να προσευχηθής, δεν μπορείς, εντάξει. Πόσα τσιγάρα καπνίζεις την ημέρα;». «Τεσσεράμισι κουτιά», μου λέει. «Να καπνίζης ένα κουτί, του λέω, και τα χρήματα που θα έδινες για τα υπόλοιπα να τα δίνης σε κανέναν φτωχό».

«Να γίνη, Πάτερ, καλά το παιδί, μου λέει, και εγώ θα το κόψω το τσιγάρο». «Ε, τότε δεν θα έχη αξία· τώρα πρέπει να το κόψης· πέταξε το τσιγάρο, του λέω. Δεν αγαπάς το παιδί σου;». «Εγώ δε αγαπώ το παιδί μου; Από τον πέμπτο όροφο πετιέμαι κάτω για την αγάπη του παιδιού μου», μου λέει. «Εγώ δεν σου λέω να πεταχτής από τον πέμπτο όροφο κάτω, θα αφήσης το παιδί σου στον δρόμο κι εσύ θα χάσης την ψυχή σου. Εγώ σου λέω να κάνης κάτι εύκολο. Να, πέταξε τώρα τα τσιγάρα!». Με κανέναν τρόπο δεν ήθελε να τα πετάξη. Και τελικά έφυγε έτσι και έκλαιγε! Πως να βοηθηθή αυτός ο άνθρωπος; Ενώ όσοι ακούν βοηθιούνται.

Μια άλλη μέρα ήρθε ένας που αγκομαχούσε από την πεζοπορία. Κατάλαβα ότι κάπνιζε πολύ και του είπα: «Βρε ευλογημένε, γιατί καπνίζεις τόσο; Θα πάθης κακό». Μόλις ξελαχάνιασε και μπόρεσε να μιλήση, μου είπε: «Η γυναίκα μου είναι πολύ άρρωστη και κινδυνεύει να πεθάνη. Σε παρακαλώ, κάνε μια προσευχή να γίνη κανένα θαύμα. Οι γιατροί σήκωσαν τα χέρια». «Την αγαπάς την γυναίκα σου;», τον ρωτάω. «Την αγαπώ», μου λέει. «Τότε γιατί δεν κάνεις κι εσύ κάτι, για να την βοηθήσης;

Αυτή έκανε ό,τι μπορούσε, οι γιατροί έκαναν ό,τι μπορούσαν, και τώρα έρχεσαι εδώ, για να μου πης να κάνω κάτι και εγώ, να προσευχηθώ, για να βοηθήση ο Θεός. Εσύ όμως τι έκανες, για να βοηθηθή η γυναίκα σου;». «Τι μπορώ να κάνω εγώ, Γέροντα;», με ρωτάει. «Αν σταματήσης το κάπνισμα, του λέω, η γυναίκα σου θα γίνη καλά». Σκέφθηκα ότι, αν ο Θεός δη ότι δεν συμφέρει πνευματικά στην γυναίκα του να γίνη καλά, τουλάχιστον θα γλιτώση αυτός από το κακό που κάνει το τσιγάρο.

Ύστερα από έναν μήνα ήρθε χαρούμενος να με ευχαριστήση. «Γέροντα, σταμάτησα το κάπνισμα, μου είπε, και η γυναίκα μου έγινε καλά». Μετά από ένα διάστημα ξαναήρθε αναστατωμένος να μου πη ότι ξανάρχισε κρυφά να καπνίζη και η γυναίκα του έπεσε πάλι βαριά άρρωστη. «Το φάρμακο τώρα το ξέρεις, του είπα. Κόψε το τσιγάρο».

Απόσπασμα από το βιβλίο “Λόγοι Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου: Δ’ Οικογενειακή ζωή”

Μετάνοια και εξομολόγηση κόβουν τα δικαιώματα του διαβόλου

Να πάνε τουλάχιστον οι άνθρωποι σε έναν Πνευματικό να εξομολογηθούν, να φύγει η δαιμονική επίδραση, για να μπορούν να σκέφτoνται λιγάκι. Τώρα δεν μπορούν ούτε να σκεφθούν από την δαιμονική επίδραση. Η μετάνοια, η εξομολόγηση κόβει το δικαίωμα του διαβόλου.

Πριν λίγο καιρό, ήρθε στο Άγιον Όρος ένας μάγος και έφραξε με πασσαλάκια και δίχτυα όλο τον δρόμο, εκεί σε μια περιοχή κοντά στο Καλύβι. Αν περνούσε από κεί μέσα ένας ανεξομολόγητος, θα πάθαινε κακό. Δεν θα ήξερε από πού του ήρθε.

Μόλις τα είδα, κάνω τον Σταυρό μου και περνώ από μέσα· τα διέλυσα. Μετά ο μάγος ήρθε στο Καλύβι, μου είπε όλα τα σχέδιά του και έκαψε τα βιβλία του. Σε έναν που είναι πιστός, εκκλησιάζεται, εξομολογείται, κοινωνάει, ο διάβολος δεν έχει καμμιά δύναμη, καμμιά εξουσία. Κάνει μόνο λίγο «κάφ-κάφ» σαν ένα σκυλί που δεν έχει δόντια. Σε έναν όμως που δεν είναι πιστός και του δίνει δικαιώματα, έχει μεγάλη εξουσία. Μπορεί να τον λιντσάρει, έχει δόντια και τον ξεσκίζει. Ανάλογα με τα δικαιώματα που του δίνει μια ψυχή, είναι και η εξουσία του επάνω της.

Ακόμη και όταν πεθάνει κανείς και είναι τακτοποιημένος, την ώρα που η ψυχή του ανεβαίνει στον Ουρανό, είναι σαν να τρέχει ένα τραίνο και άλλα σκυλιά τρέχουν από πίσω γαυγίζοντας «κάφ-κάφ…» και άλλα από μπροστά γαυγίζοντας «κάφ-κάφ…». Αλλά, αν δεν είναι τακτοποιημένος, είναι σαν να βρίσκεται σε τραίνο που δεν μπορεί να τρέξει με ταχύτητα, γιατί είναι χαλασμένες οι ρόδες, οι πόρτες ανοικτές και μπαίνουν τα σκυλιά μέσα και δαγκάνουν και κανέναν.

Όταν ο διάβολος έχει αποκτήσει μεγάλα δικαιώματα στον άνθρωπο και τον έχει κυριεύσει, τότε πρέπει να βρεθεί αιτία, για να κοπούν τα δικαιώματα. Αλλιώς, όσες προσευχές και να κάνουν οι άλλοι, αυτός δεν φεύγει. Σακατεύει τον άνθρωπο. Οι ιερείς δώσ’ του-δώσ’ του εξορκισμούς, και τελικά τα πληρώνει ο άνθρωπος, γιατί βασανίζεται ακόμη περισσότερο από τον διάβολο. Πρέπει να μετανοήσει ο άνθρωπος, να εξομολογηθεί, να κοπούν τα δικαιώματα που έχει δώσει, και μετά θα φύγει ο διάβολος· αλλιώς θα ταλαιπωρείται. Μια μέρα, δυό μέρες, εβδομάδες, μήνες, χρόνια, διάβασε-διάβασε εξορκισμούς, αφού ο διάβολος έχει δικαιώματα, δεν φεύγει.

Από το βιβλίο «Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο» Λόγοι Α',
Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου

- Γέροντα, όταν περνούμε κάποιον πειρασμό, μια μεγάλη δοκιμασία, τι να κάνουμε;

- Τι να κάνετε; Υπομονή να κάνετε. Η υπομονή είναι το ισχυρότερο φάρμακο που θεραπεύει τις μεγάλες και μακροχρόνιες δοκιμασίες. Οι περισσότερες δοκιμασίες μόνο με την υπομονή περνούν. Η μεγάλη υπομονή ξεδιαλύνει πολλά και φέρνει θεϊκά αποτελέσματα εκεί που δεν περιμένεις την λύση, δίνει ο Θεός την καλύτερη λύση.

Να ξέρετε ότι ο Θεός ευαρεστείται, όταν ο άνθρωπος περνά δοκιμασίες και υπομένει αγόγγυστα δοξάζοντας το άγιο όνομά Του. «Μακάριος ανηρ ος υπομενει πειρασμον», λέει ο Άγιος Ιάκωβος (Ιακ. α' 12). Γι’ αυτό να προσευχόμαστε να μας δίνει ο Καλός Θεός υπομονή, ώστε να τα υπομένουμε όλα αγόγγυστα και με δοξολογία.

Η ζωή μας σ’ αυτόν τον κόσμο είναι μια συνεχής άσκηση και ο καθένας μας ασκείται με διαφορετικό τρόπο.

Να σκέφτεσθε τι τράβηξε ο Χριστός σ’ εκείνα τα δύσκολα χρόνια! Πόσα προβλήματα του δημιουργούσαν οι Εβραίοι και δεν μιλούσε καθόλου! Αλλά και ο Απόστολος Παύλος τι υπομονή έκανε! Ενώ είχε πληροφορία από τον Θεό ότι θα πάει στη Ρώμη, έμεινε στην φυλακή δυο χρόνια, γιατί ο ηγεμόνας καθυστερούσε την δίκη. Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος πάλι τι υπέφερε! Για έναν μικρό γογγυσμό υπέστη ναυάγιο... Βλέπετε, επιτρέπει ο Θεός να ταλαιπωρηθούν για μικρά πράγματα οι Άγιοι, για να έχουμε εμείς παραδείγματα, ώστε να αντιμετωπίζουμε τους πειρασμούς με υπομονή, με προσευχή, αλλά και με χαρά.

Πηγή: Από το βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Λόγοι Ε'


Γέροντα, όταν περνούμε κάποιον πειρασμό, μια μεγάλη δοκιμασία, τι να κάνουμε;

- Τι να κάνετε; Υπομονή να κάνετε. Η υπομονή είναι το ισχυρότερο φάρμακο που θεραπεύει τις μεγάλες και μακροχρόνιες δοκιμασίες. Οι περισσότερες δοκιμασίες μόνο με την υπομονή περνούν. Η μεγάλη υπομονή ξεδιαλύνει πολλά και φέρνει θεϊκά αποτελέσματα εκεί που δεν περιμένεις την λύση, δίνει ο Θεός την καλύτερη λύση.

Να ξέρετε ότι ο Θεός ευαρεστείται, όταν ο άνθρωπος περνά δοκιμασίες και υπομένει αγόγγυστα δοξάζοντας το άγιο όνομά Του. «Μακάριος ανηρ ος υπομενει πειρασμον», λέει ο Άγιος Ιάκωβος (Ιακ. α' 12). Γι’ αυτό να προσευχόμαστε να μας δίνει ο Καλός Θεός υπομονή, ώστε να τα υπομένουμε όλα αγόγγυστα και με δοξολογία.

Η ζωή μας σ’ αυτόν τον κόσμο είναι μια συνεχής άσκηση και ο καθένας μας ασκείται με διαφορετικό τρόπο.

Να σκέφτεσθε τι τράβηξε ο Χριστός σ’ εκείνα τα δύσκολα χρόνια! Πόσα προβλήματα του δημιουργούσαν οι Εβραίοι και δεν μιλούσε καθόλου! Αλλά και ο Απόστολος Παύλος τι υπομονή έκανε! Ενώ είχε πληροφορία από τον Θεό ότι θα πάει στη Ρώμη, έμεινε στην φυλακή δυο χρόνια, γιατί ο ηγεμόνας καθυστερούσε την δίκη. Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος πάλι τι υπέφερε! Για έναν μικρό γογγυσμό υπέστη ναυάγιο... Βλέπετε, επιτρέπει ο Θεός να ταλαιπωρηθούν για μικρά πράγματα οι Άγιοι, για να έχουμε εμείς παραδείγματα, ώστε να αντιμετωπίζουμε τους πειρασμούς με υπομονή, με προσευχή, αλλά και με χαρά.

Πηγή: Από το βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Λόγοι Ε'

Γέρων Παϊσιος: Θα 'ρθεί καιρός που κι αυτοί που δεν πιστεύουν ή πιστεύουν λίγο, θα αλλάξουν...

Τα χρόνια περνάνε γρήγορα και οι άνθρωποι γερνάνε. Μην κάθεστε λοιπόν στο σταυροδρόμι. Διαλέξτε ένα Σταυρό, ανάλογα με το φιλότιμό σας και προχωρείστε σ’ ένα δρόμο από τους δύο της Εκκλησίας μας, και μην αργοπορείτε.
Ακολουθείστε τον Χριστό στη Σταύρωση, εάν θέλετε να χαρείτε Αναστάσιμα.
Το ζήτημα είναι να αγιάσουμε, να γίνουμε επίγειοι άγγελοι και να πηγαίνουμε με τις «πνευματικές φτερούγες μας» στον Παράδεισο.

Θα 'ρθεί καιρός που κι αυτοί που δεν πιστεύουν ή πιστεύουν λίγο, θα αλλάξουν και θα παραδεχτούν ότι μόνο η Εκκλησία βοηθάει τους ανθρώπους και την κοινωνία.

Ο Θεός μπορεί να κάνει όλους τους ανθρώπους του κόσμου να μετανοήσουν μέσα σ’ ένα δευτερόλεπτο, αν γύριζε λίγο το κουμπί και έκανε ένα σεισμό σ’ όλη τη γη. Αμέσως όλοι θα φώναζαν «ήμαρτον – ήμαρτον» και θα κάνανε παρακλήσεις και τάματα. Μετά μια εβδομάδα όμως, όλοι θα έτρεχαν πάλι να διασκεδάσουν. Σε έναν πιστό που εξομολογείται, εκκλησιάζεται, κοινωνάει, ο διάβολος δεν έχει καμμιά δύναμη. Σε έναν που δεν είναι πιστός και του δίνει δικαιώματα, έχει μεγάλη εξουσία. Μπορεί σε μια στιγμή να τον κάνει κομμάτια.

Στην γη ήρθαμε για να δώσουμε εξετάσεις. Να κοιτάξουμε να πιάσουμε έστω την πνευματική βάση, να κερδίσουμε τον Παράδεισο, τώρα, γιατί μεταξεταστέους για το Σεπτέμβρη δεν έχει.

Να αγωνιζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις να κερδίσουμε τον Παράδεισο. Χωρίς αγώνα, κανένας δεν μπορεί να εισέλθει σ’ αυτόν. Πρέπει να αγαπήσουμε τον κόπο, να μην κοιτάμε τα εύκολα.
Όταν ο άνθρωπος δεν αγαπάει τον Θεό, μετά δεν αγαπάει ούτε τους γονείς του, ούτε το γείτονα του, ούτε το χωριό του, ούτε την πατρίδα του και στο τέλος ο άνθρωπος αυτός είναι τελείως άχρηστος.
Η τιμιότης του ανθρώπου είναι το ανώτερο Τίμιο ξύλο, δέχεται και τη θεία βοήθεια, ο τίμιος άνθρωπος.

Ο ταπεινός άνθρωπος


Μακάριοι είναι εκείνοι οι άνθρωποι που κατόρθωσαν να μιμηθούν την ταπεινή γη, η οποία, ενώ πατιέται από όλους, όμως όλους τους σηκώνει με την αγάπη της και τους τρέφει με στοργή σαν καλή μάνα, η οποία έδωσε και το υλικό για τη σάρκα μας στην πλάση. Δέχεται επίσης με χαρά και ό,τι της πετάμε, από καλούς καρπούς μέχρι ακάθαρτα σκουπίδια, τα οποία επεξεργάζεται αθόρυβα σε βιταμίνες και τις προσφέρει πλουσιοπάροχα με τους καρπούς της αδιακρισίας σε καλούς και κακούς ανθρώπους.

Ο ταπεινός άνθρωπος, όπως φαίνεται, είναι ο δυνατότερος του κόσμου, διότι και νικάει, αλλά και σηκώνει πολλά ξένα βάρη με ελαφριά τη συνείδησή του.
Ενώ ζει περιφρονημένος και αδικημένος για τα ξένα σφάλματα που οικειοποιείται από αγάπη, εσωτερικά νιώθει τη μεγαλύτερη χαρά του κόσμου, γιατί είναι περιφρονημένος πια από αυτόν ο μάταιος τούτος κόσμος.Οι ύβρεις, οι αδικίες κλπ. είναι τα καλύτερα νυστέρια για όσους έφταιξαν, είναι μαχαίρια δημίου, και Μάρτυρες θεωρούνται αυτοί που τα δέχονται χαρούμενοι για την αγάπη του Χριστού.

Οι μεγάλοι στην ηλικία, που δε δέχονται ύβρεις και αυστηρές παρατηρήσεις για να θεραπευθούν ή για να λάβουν μισθό (όταν δε φταίνε), είναι πιο ανόητοι κι από τα μωρά παιδιά, που δε θέλουν ούτε να ακούσουν το γιατρό, διότι φοβούνται την ένεση (μην τους τρυπήσει με τη βελόνα), και υποφέρουν τον πυρετό συνέχεια και το βήχα.

Περισσότερη ευγνωμοσύνη οφείλουμε σ’ αυτούς που μας κέντησαν και βγήκαν τα αγκάθια της ψυχής μας, παρά σ’ εκείνους που μας έσκαβαν δωρεάν την περιοχή μας και θα μας φανέρωναν τον κρυμμένο μας άγνωστο θησαυρό.

Δεν ωφελεί να τρίβει κανείς τα γόνατά του με αμέτρητες μετάνοιες, εάν δεν τρίβει παράλληλα και τη μούρη του με την ταπείνωση (την εσωτερική μετάνοια).

Εκείνους που ζητάει ταπείνωση από το Θεό, αλλά δε δέχεται τον άνθρωπο που του στέλνει ο Θεός, για να τον ταπεινώσει, δεν ξέρει τι ζητάει, διότι οι αρετές δεν αγοράζονται σαν τα ψώνια στον μπακάλη (όσα κιλά θέλουμε), αλλά μας στέλνει ο Θεός ανθρώπους να δοκιμαστούμε, να εργαστούμε, να την αποκτήσουμε και να στεφανωθούμε. Όποιος σκύβει ταπεινά και δέχεται τα χτυπήματα από τους άλλους, διώχνει τα δικά του εξογκώματα, ομορφαίνει πνευματικά σαν Άγγελος, και έτσι χωράει από τη στενή πύλη του Παραδείσου.

Μακάριος εκείνος ο άνθρωπος που έδωσε τα εξογκώματά του και βαδίζει την τεθλιμμένη οδό του Κυρίου με ξένο βάρος (συκοφαντίες κλπ.) και αφήνει τους ανθρώπους να του πλέκουν αμαράντινα στεφάνια με τις κατηγορίες, διότι αυτό φανερώνει τη γνήσια ταπεινοφροσύνη που δεν εξετάζει τι λένε οι άνθρωποι, αλλά τι θα πει ο Θεός την ημέρα της Κρίσεως.

Εκείνος που μιλάει λογικά σε φιλοκατήγορο ή σε ολιγόμυαλο και έχει την απαίτηση να βρει κατανόηση, φανερώνει ότι και ο ίδιος δεν είναι καλά, διότι ο κακότροπος είναι χειρότερος από τον ολιγόμυαλο, γιατί είναι σκοτισμένο το μυαλό του από την κακία και τον εγωισμό.

Όσοι όμως έχουν ταπείνωση, έχουν και καλοσύνη και θείο φωτισμό και δε σκοντάφτουν ποτέ στην πνευματική τους πορεία από τα εμπόδια του πονηρού.

Τους περισσότερους πειρασμούς, τις περισσότερες φορές, τους δημιουργεί ο ίδιος ο εαυτός μας, όταν βάζουμε τον εαυτό μας στις συνεργασίες μας μαζί με τους άλλους, όταν δηλαδή θέλουμε να υψώνουμε τον εαυτό μας. Στον Ουρανό δεν ανεβαίνει κανίς με το κοσμικό ανέβασμα αλλά με το πνευματικό κατέβασμα. Όποιος βαδίζει χαμηλά, βαδίζει πάντα με σιγουριά και ποτέ δεν πέφτει.

Εκείνος που δε συμβουλεύεται στην πνευματική του πορεία, μπερδεύει τους δρόμους και κουράζεται πολύ και καθυστερεί. Εάν δεν ταπεινωθεί να ρωτήσει έστω και αργότερα, δύσκολα θα φτάσει στον προορισμό του. Ενώ αυτοί που συμβουλεύονται βαδίζουν ξεκούραστα, με σιγουριά, και σκεπάζονται με τη Χάρη του Θεού και φωτίζονται επειδή ταπεινώνονται.

Όσοι κινούνται όλο απλά με καλούς λογισμούς, κα λένε όλους τους λογισμούς τους και πιστεύουν από πολλή ταπείνωση ότι δεν έχουν τίποτα το καλό, ενώ αγωνίζονται με φιλότιμο πολύ, αυτοί κρύβουν το μεγαλύτερο πνευματικό θησαυρό μέσα τους, χωρίς να τον γνωρίζουν ούτε οι ίδιοι ούτε οι άλλοι άνθρωποι, και έτσι δε σπαταλιέται από τους ίδιους και δεν κλέβεται από τους άλλους.

Στον πολύ ταπεινό και ευαίσθητο άνθρωπο όταν ταπεινώνεται κανείς, βοηθιέται πολύ, ενώ στον άνθρωπο που αγνοεί την ταπείνωση, εάν ταπεινωθείς ––τον συμβουλευτείς ή πεις τα ελαττώματά σου— τον κάνεις πιο περήφανο και αναιδή.

Ο άνθρωπος που δεν έχει ταπείνωση και καλούς λογισμούς, είναι γεμάτος από αμφιβολίες και ερωτηματικά. Κι επειδή θα βρίσκεται συνέχεια ζαλισμένος, έχει ανάγκη στις αρχές από Γέροντα με μεγάλη υπομονή, για να του δίνει συνέχεια εξηγήσεις, μέχρι να καθαρίσει ο νους και η καρδιά, για να μπορεί να βλέπει καθαρά.

Ο ταπεινός και καλοκάγαθος άνθρωπος, επειδή έχει την καθαρότητα και την εσωτερική και εξωτερική ηρεμία, έχει και βάθος πνευματικό και βλέπει βαθιά τα θεία νοήματα και βοηθιέται περισσότερο, και αυξάνεται και η πίστη του πιο πολύ, ζώντας τα μυστήρια του Θεού.
Ο υπερήφανος, εκτός που είναι σκοτισμένος, είναι και συνέχεια εσωτερικά και εξωτερικά ταραγμένος από την ελαφρότητα του εγωισμού, στέκεται πάντα στην επιφάνεια των πραγμάτων, και δεν μπορεί να προχωρήσει στο βάθος, όπου βρίσκονται τα θεία μαργαριτάρια, για να πλουτίσει πνευματικά…



Πότε πιάνουν τα μάγια και πως λύνονται...
-Γέροντα πότε πιάνουν τα μάγια;

-Για να πιάσουν τα μάγια, πρέπει να δώσει κανείς δικαιώματα στον διάβολο. Να δώσει δηλαδή σοβαρή αφορμή και να μην τακτοποιηθεί με την μετάνοια και την εξομολόγηση.

Σε έναν που εξομολογείται, και με το φτυάρι να του ρίχνουν τα μάγια, δεν πιάνουν.

Γιατί, όταν εξομολογείται και έχει καθαρή καρδιά, δεν μπορούν οι μάγοι να συνεργασθούν με τον διάβολο, για να τον βλάψουν.

Μια φορά ήρθε ένας μεσήλικας στον Καλύβι με έναν αέρα… Από μακριά, μόλις τον είδα, κατάλαβα ότι έχει δαιμονική επήρεια. «Ήρθα να με βοηθήσεις, μου είπε. Προσευχήσου για μένα, γιατί έναν χρόνο τώρα έχω φοβερούς πονοκέφαλους και οι γιατροί δεν βρίσκουν τίποτε». «Έχεις δαιμόνιο, του λέω, γιατί έδωσες δικαιώματα στον διάβολο». «Δεν έκανα τίποτε», μου λέει. «Δεν έκανες τίποτε; Του λέω. Δεν απάτησες μια κοπέλα; Ε, αυτή πήγε και σου έκανε μάγια. Πήγαινε να ζητήσεις συγγνώμη από την κοπέλα, μετά να εξομολογηθείς, να σου διαβάσουν και εξορκισμούς, για να βρεις την υγεία σου. Αν εσύ δεν καταλάβεις το σφάλμα σου και δεν μετανοήσεις, όλοι οι πνευματικοί του κόσμου να μαζευτούν και να ευχηθούν, το δαιμόνιο δεν φεύγει».

Όταν έρχονται τέτοιοι άνθρωποι, με τέτοιον αέρα, τους μιλάω ανοιχτά. Θέλουν τράνταγμα, για να συνέλθουν.

Ένας άλλος μου είπε ότι η γυναίκα του έχει δαιμόνιο. Κάνει συνεχώς φασαρίες στο σπίτι. Σηκώνεται το βράδυ, τους ξυπνάει, τα κάνει όλα άνω-κάτω. «Εσύ εξομολογείσαι;» του λέω. «Όχι», μου λέει. «Πρέπει να έχετε δώσει δικαιώματα στον διάβολο, του λέω. Δεν έγινε αυτό στα καλά καθούμενα». Τελικά βρήκαμε ότι είχε πάει σ’ έναν Χότζα και του έδωσε κάτι να ραντίσει στο σπίτι για γούρι, για να πάει καλά η δουλειά του, και ούτε καν έδινε σ’ αυτό σημασία. Αλώνιζε μετά ο διάβολος στο σπίτι του.

Πως λύνονται τα μάγια;

- Αν πιάσουν, Γέροντα, τα μάγια, πως λύνονται;
- Με την μετάνοια και την εξομολόγηση. Γι’ αυτό πρέπει πρώτα να βρεθεί η αιτία, για την οποία έπιασαν τα μάγια, να καταλάβει ο άνθρωπος το σφάλμα του, να μετανοήσει και να εξομολογηθεί. Πόσοι έρχονται εκεί στο Καλύβι που ταλαιπωρούνται, επειδή τους έχουν κάνει μάγια, και μου λένε: «Κάνε προσευχή, για να απαλλαγώ από αυτό το βάσανο»! Μου ζητάνε βοήθεια, χωρίς να ψάξουν να βρουν από πού ξεκίνησε το κακό, για να το διορθώσουν. Να βρουν δηλαδή σε τι έφταιξαν και έπιασαν τα μάγια, να μετανοήσουν, να εξομολογηθούν, για να σταματήσει η ταλαιπωρία τους.

- Γέροντα, όταν ο άνθρωπος που του έχουν κάνει μάγια φθάσει σε τέτοια κατάσταση που δεν μπορεί να βοηθήσει ο ίδιος τον εαυτό του, να εξομολογηθεί κ.λπ., μπορούν οι άλλοι να τον βοηθήσουν;

- Μπορούν να καλέσουν τον ιερέα στο σπίτι να κάνει ευχέλαιο ή έναν αγιασμό. Να του δώσουν να πιει αγιασμό, για να υποχωρήσει λίγο το κακό και να μπει λίγο Χριστός μέσα του. Έτσι έκανε μια μητέρα για το παιδί της και βοηθήθηκε. Μου είχε πει ότι ο γιος της υπόφερε πολύ, γιατί του είχαν κάνει μάγια. «Να πάει να εξομολογηθεί» της είπα. «Πώς να πάει, πάτερ, να εξομολογηθεί, στην κατάσταση που είναι;», μου είπε. «Τότε πες στον πνευματικό σου», της λέω «να έρθει στο σπίτι, να κάνει αγιασμό και να δώσεις στον γιό σου να πιει από τον αγιασμό. Θα τον πιει όμως;». «Θα τον πιει» μου λέει. «Ε, ξεκίνησε με τον αγιασμό, της λέω, και μετά προσπάθησε να μιλήσει το παιδί με τον παπά. Αν εξομολογηθεί, θα τον πετάξει τον διάβολο πέρα». Και πράγματι, με άκουσε και βοηθήθηκε το παιδί. Μετά από λίγο μπόρεσε να εξομολογηθεί και έγινε καλά.

Μια άλλη γυναίκα, η φουκαριάρα, τι έκανε; Ο άνδρας της είχε μπλέξει με μάγους και δεν ήθελε ούτε σταυρό να φορέσει. Για να τον βοηθήσει λίγο, έραψε στον γιακά από το σακάκι του ένα σταυρουδάκι.

Μια φορά που χρειάστηκε να περάσει από ένα γεφύρι στην άλλη όχθη ενός ποταμού, μόλις πάτησε στον γεφύρι, άκουσε μια φωνή να του λέει: «Τάσο, Τάσο, βγάλε το σακάκι, να περάσουμε μαζί το γεφύρι». Ευτυχώς έκανε κρύο και είπε: «Πώς να το βγάλω κρυώνω!» «Βγάλ’ το, βγάλ’ το, να περάσουμε», άκουσε την ίδια φωνή να του λέει. Βρε τον διάβολο! Ήθελε να τον ρίξει κάτω στο ποτάμι, αλλά δεν μπορούσε, γιατί είχε πάνω του το σταυρουδάκι. Τελικά τον έριξε εκεί σε μια άκρη.

Εν τω μεταξύ, τον έψαχναν οι δικοί του όλη την νύχτα και τον βρήκαν τον καημένο πεσμένο επάνω στο γεφύρι. Αν δεν έκανε κρύο, θα έβγαζε το σακάκι και θα τον πετούσε ο διάβολος μέσα στο ποτάμι. Τον φύλαξε ο σταυρός που είχε στο πέτο του. Πίστευε η φουκαριάρα η γυναίκα του. Αν δεν είχε πίστη, θα το έκανε αυτό;

Από το βιβλίο «Γέροντος Παΐσιου Αγιορείτου Λογοι Γ'»

Διακονία αρρώστων
Χθες βράδυ, την ώρα πού πήγαινα στον ναό για την αγρυπνία, είδα σε μια άκρη έναν πατέρα με ένα παιδάκι σε αναπηρικό καροτσάκι. Πλησίασα, αγκάλιασα τον μικρό καί τον φίλησα. «Είσαι ένας άγγελος, του είπα, το ξέρεις;». Καί στον πατέρα του είπα: «Μεγάλη τιμή για σένα να υπηρετείς έναν άγγελο. Να χαίρεστε, γιατί θα πάτε καί οι δύο στον Παράδεισο.» Έλαμψαν από χαρά τα πρόσωπά τους, γιατί ένιωσαν την θεϊκή παρηγοριά...

Αυτοί πού διακονούν αρρώστους, αναπήρους κ.λ.π. με αγάπη καί υπομονή, αν έχουν αμαρτίες, σβήνουν τις αμαρτίες τους με την θυσία πού κάνουν — αν δεν έχουν αμαρτίες, αγιάζονται.Κάποτε μια γυναίκα μου διηγήθηκε μερικά γεγονότα από την ζωή της πολύ θαυμαστά.

Απόρησα, γιατί ήταν καταστάσεις πού συναντούμε στους βίους των Αγίων καί αυτή ήταν μια απλή γυναίκα. Όταν μου είπε πως είχε περάσει τα περισσότερα χρόνια της ζωής της, είδα ότι όλη η ζωή της ήταν μια θυσία. Από νέα ακόμη υπηρετούσε αρρώστους, γιατί στο πατρικό της σπίτι είχαν καί τον πάππου καί την γιαγιά, πού ήταν άρρωστοι.

Όταν παντρεύτηκε, έμενε με τον πεθερό καί την πεθερά της, πού ήταν επίσης άρρωστοι. Μετά αρρώστησε ο άνδρας της, έμεινε κατάκοιτος και τον υπηρετούσε. Όλη την ζωή της δηλαδή αυτή η γυναίκα την πέρασε διακονώντας αρρώστους. Διψούσε όλα αυτά τα χρόνια να μελετήσει, να πάει σε κάποια αγρυπνία, αλλά δεν είχε χρόνο. Επειδή όμως ήταν δικαιολογημένη, ο Θεός στο τέλος της έδωσε μαζεμένη την Χάρη Του.

- Γέροντα, μερικοί άνθρωποι, όταν αρρωσταίνουν, αποκτούν πολλές παραξενιές.

- Ναί, αυτό συμβαίνει, αλλά καί οι υγιείς πρέπει να δικαιολογούν λίγο την ανησυχία, την γκρίνια ή την ιδιοτροπία των αρρώστων, γιατί αυτά είναι φυσικά στους αρρώστους. Ειδικά, όποιος δεν έχει αρρωστήσει, δεν μπορεί να καταλάβει τον άρρωστο, γιατί δεν έχει πονέσει καί η καρδιά του είναι λίγο σκληρή.

Όσοι υπηρετούν έναν άρρωστο, έναν κατάκοιτο, χρειάζεται πολύ να προσέξουν να μην τον κάνουν να γογγύσει. Μπορεί να τον υπηρετούν για χρόνια, αν όμως μια φορά στο τέλος τον κάνουν να γογγύσει, τα χάνουν όλα. Είναι βαρύ να φύγει η ψυχή με γογγυσμό από αυτόν τον κόσμο. Αλλά καί εκείνους μετά ο πονηρός θα τους βασανίζει, λεπταίνοντας δήθεν την συνείδησή τους.

— Γέροντα, ο ψυχικός παράγων πόσο μπορεί να επηρεάσει την σωματική υγεία;

- Όταν κανείς είναι ψυχικά καλά, ο σωματικός πόνος ελαφρώνει. Όταν δεν είναι καλά ψυχικά, η άσχημη ψυχική κατάσταση επιδεινώνει την υγεία του. Πάρε έναν καρκινοπαθή πού τον έχουν ξεγραμμένο οι γιατροί. Αν πιστεύει στον Θεό καί βρεθεί σε μια χαρούμενη πνευματική ατμόσφαιρα, μπορεί να ζήσει περισσότερο, ενώ διαφορετικά μπορεί να λειώσει από την στενοχώρια του καί να σβήσει μέσα σε λίγες εβδομάδες. Καμιά φορά μπορεί κάποιος από ιατρικής πλευράς να είναι υγιής, οι εξετάσεις να μη δείχνουν τίποτε, αλλά, αν έχει κάτι πού τον σακατεύει ψυχικά, τότε να μην είναι πραγματικά καλά. Γιατί οι περισσότερες αρρώστιες από την στεναχώρια ξεκινούν. Όλοι οι άνθρωποι έχουν κάποιο ευαίσθητο σημείο. Μια στεναχώρια άλλον θα τον χτυπήσει στο στομάχι, άλλον στο κεφάλι.

Το καλύτερο φάρμακο για μια αρρώστια είναι η πνευματική χαρά, γιατί σκορπάει την θεία Χάρη στην ψυχή. Η πνευματική χαρά έχει την μεγαλύτερη ιαματική δύναμη για όλες τις αρρώστιες. Είναι η θεϊκή αλοιφή πού επουλώνει τις πληγές, ενώ η στενοχώρια τις ερεθίζει...

Από το βιβλίο «Λόγοι» Τόμος Δ' - Σουρωτή Θεσσαλονίκης

Γέροντας Παΐσιος: Η καλοσύνη βλάπτει τον αμετανόητο!

- Γέροντα, θυμάμαι, μια φορά με είχατε μαλώσει πολύ.

- Αν χρειασθή, πάλι θα σε μαλώσω, για να πάμε όλοι μαζί στον Παράδεισο. Τώρα θα λάβω δρακόντεια μέτρα!…

Κοίταξε, έχω τυπικό πρώτα να δώσω στον άλλον να καταλάβη ότι χρειάζεται το μάλωμα και ύστερα να τον μαλώσω. Καλά δεν κάνω;Εγώ, επειδή μαλώνω τον άλλον, όταν βλέπω να κάνη κάτι βαρύ, γίνομαι κακός.

Αλλά τι να κάνω; να αναπαύω καθέναν στο πάθος του, για να είμαι τάχα καλός μαζί του, και μετά να πάμε όλοι μαζί στην κόλαση; Ποτέ δεν με πειράζει η συνείδηση, όταν μαλώνω κάποιον ή του κάνω παρατήρηση κι εκείνος στενοχωριέται, γιατί από αγάπη το κάνω, για το καλό του.

Βλέπω ότι δεν καταλαβαίνει πόσο πλήγωσε τον Χριστό με αυτό που έκανε, γι’ αυτό τον μαλώνω. Εγώ πονάω, λειώνω εκείνη την ώρα, αλλά δεν με πειράζει η συνείδηση, γιατί τον μάλωσα. Μπορώ να πάω να κοινωνήσω ήσυχος, χωρίς να εξομολογηθώ. Νιώθω μέσα μου μια παρηγοριά, μια χαρά. Γιατί για μένα παρηγοριά και χαρά είναι η σωτηρία της ψυχής.

- Γέροντα, μου περνά ο λογισμός ότι μου μιλάτε παρηγορητικά, ή γιατί δεν σηκώνω την αυστηρότητα ή γιατί μου έχετε πει πολλές φορές να κάνω κάτι και δεν το έκανα, οπότε με αφήνετε.

- Ευλογημένη ψυχή, με την σωτηρία της ψυχής σου θα παίζω; Ο νέος κάνει πρόβες. Ο μεγάλος έχει κρίση και βαδίζει σταθερά. Να νιώθης σιγουριά. Αν δω κάτι στραβό, είτε από μακριά είτε από κοντά, θα σου το πω.

Εσύ έχε εμπιστοσύνη και ειρήνευε. Α, δεν μ’ έχετε καταλάβει εμένα! Έτσι εύκολα θα αναπαύω λογισμούς; Όταν βλέπω ότι η ψυχή είναι ευαίσθητη ή συγκλονίζεται ολόκληρη από την συναίσθηση του σφάλματός της, τι να πω; Τότε την παρηγορώ, για να μην πέση στην απελπισία. Όταν όμως βλέπω πέτρα την καρδιά, τότε μιλώ αυστηρά, για να την ταρακουνήσω.

Αν ένας προχωράη προς τον γκρεμό και του λέω: «προχώρα, πολύ καλά πας», δεν εγκληματώ; Το κακό με μερικούς είναι που δεν πιστεύουν, όταν τους λες να μην ανησυχούν, και βασανίζονται. Αν δω κάτι κακό, πως δεν θα το πω; Πως να αφήσης τον άλλον να πάη στην κόλαση; Όταν έχης ευθύνη, θα βάλης και τις φωνές, όταν χρειάζεται. Για μένα πιο καλά είναι να μη μιλάω, αλλά δεν μπορώ, όταν έχω ευθύνη.

Ύστερα να προσέξη κανείς το εξής: Μου κάνεις λ.χ. ένα κακό· εγώ σε συγχωρώ. Μου ξανακάνεις κάποιο άλλο κακό· πάλι σε συγχωρώ. Εγώ είμαι εντάξει, αλλά, εάν εσύ δεν διορθώνεσαι, επειδή σε συγχωρώ, αυτό είναι πολύ βαρύ.

Άλλο εάν δεν μπορής τελείως να διορθωθής. Να προσπαθήσης όμως να διορθωθής, όσο μπορείς.Όχι να αναπαύης τον λογισμό σου και να λες: «Αφού με συγχωρεί, εντάξει τακτοποιήθηκα και δεν βαριέσαι, δεν χρειάζεται στενοχώρια».

Μπορεί κάποιος να σφάλλη, αλλά αν μετανοή, κλαίη, ζητάη με συστολή συγχώρηση, αγωνίζεται να διορθωθή, τότε υπάρχει η αναγνώριση και πρέπει και ο πνευματικός να συγχωράη. Αν όμως δεν μετανοή και συνεχίζη την τακτική του, δεν μπορεί αυτός που έχει την ευθύνη της ψυχής του να γελάη. Η καλωσύνη τον αμετανόητο τον βλάπτει.

Από το βιβλίο "Πάθη & Αρετές", Λόγοι Ε΄, γ.Παϊσίου Αγιορείτου

Ο Γέροντας Παΐσιος για το ημερολόγιο...

Ορθόδοξος Έλληνας με την οικογένειά του ζούσε χρόνια στην Αμερική. Είχε όμως σοβαρό πρόβλημα. Ο ίδιος ήταν ζηλωτής (παλαιοημερολογίτης), ενώ η γυναίκα και τα παιδιά του ήταν με το νέο ημερολόγιο.

«Δεν μπορούσαμε να γιορτάσουμε μια γιορτή σαν οικογένεια μαζί», έλεγε. «Αυτοί είχαν Χριστούγεννα, εγώ του Αγίου Σπυρίδωνος. Εγώ Χριστούγεννα, αυτοί του Αϊ-Γιαννιού. Και αυτό ήταν το λιγότερο. Το χειρότερο ήταν το να ξέρεις, όπως μας δίδασκαν, ότι οι νεοημερολογίτες είναι αιρετικοί και θα κολασθούν. Μικρό πράγμα είναι να ακούς συνέχεια ότι η γυναίκα σου και τα παιδιά σου πρόδωσαν την πίστη τους, πήγαν με τον Πάπα, τα μυστήριά τους δεν έχουν χάρη, κ.ά.π.

Ώρες συζητούσαμε με τη γυναίκα μου, αλλά άκρη δε βρίσκαμε. Για να πω την αλήθεια, κάτι δε μου άρεσε και στους παλαιοημερολογίτες. Ιδίως όταν έρχονταν κάποιοι δεσποτάδες και μας μιλούσαν. Δε μιλούσαν με αγάπη και με πόνο για τους πλανεμένους (όπως τους θεωρούσαν) νεοημερολογίτες. Αλλά θαρρείς πως είχαν ένα μίσος και χαίρονταν, όταν έλεγαν ότι θα κολασθούν. Ήταν πολύ φανατικοί. Όταν τελείωνε η ομιλία τους, ένιωθα μέσα μου μια ταραχή. Έχανα την ειρήνη μου. Όμως, ούτε σκέψη να φύγω από την παράδοσή μας.

Πήγαινα να σκάσω. Σίγουρα θα πάθαινα κάτι από τη στενοχώρια. Σ' ένα ταξίδι μου στην Ελλάδα, είπα τον προβληματισμό μου στον ξάδερφό μου Γιάννη. Εκείνος μου μίλησε για κάποιον γέροντα Παΐσιο. Αποφασίσαμε να πάμε στο Άγιον Όρος, για να τον συναντήσω. Φθάσαμε στην «Παναγούδα». Ο Γέροντας μας κέρασε με γελαστό πρόσωπο και με έβαλε να καθήσω δίπλα του. Τα είχα χαμένα. Ένιωθα, όπως μου συμπεριφερόταν, σα να με γνώριζε από καιρό, σα να ήξερε τα πάντα για μένα.

«Πώς τα πας με τ' αυτοκίνητα εκεί στην Αμερική;» Ήταν η πρώτη κουβέντα του. Σάστισα. Ξέχασα να αναφέρω πως η δουλειά μου ήταν στους χώρους σταθμεύσεως αυτοκινήτων, και φυσικά όλο με αυτοκίνητα ασχολούμουν.

«Καλά τα πάω», ήταν το μόνο που μπόρεσα να ψελλίσω, κοιτώντας σα χαμένος το Γέροντα. «Πόσες Εκκλησίες έχετε εκεί που μένεις»; «Τέσσερις», απάντησα και δεύτερο κύμα έκπληξης με κατέλαβε. «Με το παλιό ή με το νέο»; Ήρθε ο τρίτος κεραυνός, που όμως, αντί να μεγαλώσει τη σαστιμάρα μου, κάπως με εξοικείωσε, με ...προσγείωσε, θα έλεγα, με το χάρισμα του Γέροντα. «Δυο με το παλιό και δυο με το νέο», του αποκρίθηκα. «Εσύ πού πας»; «Εγώ με το παλιό και η γυναίκα μου με το νέο», απάντησα.

«Κοίτα. Να πας κι εσύ εκεί που πηγαίνει και η γυναίκα σου», μου είπε με μια αυθεντικότητα, και ετοιμαζόταν να μου δώσει εξηγήσεις. Αλλά για μένα το θέμα είχε τελειώσει. Δε χρειαζόμουν εξηγήσεις και επιχειρήματα. Κάτι το ανεξήγητο συνέβη μέσα μου, κάτι το θεϊκό. Ένα βάρος έφυγε και τινάχτηκε μακριά μου. Όλα τα επιχειρήματα και όλες οι απειλές και οι αφορισμοί για τους νεοημερολογίτες, που χρόνια άκουγα, εξανεμίστηκαν. Ένιωθα τη χάρη του Θεού που μέσω του Αγίου του δρούσε επάνω μου και με πλημμύριζε με μια ειρήνη που χρόνια αναζητούσα. Η κατάσταση που ζούσα θα εκδηλώθηκε στο πρόσωπό του...

Εκείνο που θυμάμαι είναι ότι αυτό μάλλον έκανε τον Γέροντα να σταματήσει για λίγο. Αλλά έπειτα συνέχισε με μερικές εξηγήσεις. Ίσως για να τις λέω σε άλλους. Ίσως και για να τις χρησιμοποιήσω για τον εαυτό μου σε καιρό πειρασμού, όταν θα περνούσε εκείνη η ουράνια κατάσταση.

«Και εμείς βέβαια εδώ στο Άγιον Όρος με το παλιό πάμε. Αλλά είναι άλλη περίπτωση. Είμαστε ενωμένοι με την Εκκλησία, με όλα τα Πατριαρχεία, και μ' αυτά που έχουν το νέο ημερολόγιο και μ' αυτά που έχουν το παλιό ημερολόγιο. Αναγνωρίζομε τα μυστήριά τους και αυτοί τα δικά μας. Οι ιερείς τους συλλειτουργούν με τους ιερείς μας. Ενώ αυτοί οι καημένοι ξεκόπηκαν.

Οι περισσότεροι και ευλάβεια έχουν και ακρίβεια και αγωνιστικότητα και ζήλο Θεού. Μόνο που είναι αδιάκριτος, «οι κατ' επίγνωσιν». Άλλοι από απλότητα, άλλοι από αμάθεια, άλλοι από εγωισμό, παρασύρθηκαν. Θεώρησαν τις 13 μέρες θέμα δογματικό και όλους εμάς πλανεμένους, και έφυγαν από την Εκκλησία. Δεν έχουν κοινωνία ούτε με τα Πατριαρχεία και τις Εκκλησίες που πάνε με το νέο, αλλά ούτε και με τα Πατριαρχεία και τις Εκκλησίες που πάνε με το παλιό, γιατί δήθεν μολύνθηκαν από την επικοινωνία με τους νεοημερολογίτες. Και όχι μόνον αυτό. Και αυτοί οι λίγοι που έμειναν, έγιναν, δεν ξέρω και εγώ, πόσα κομμάτια.

Και όλο και κομματιάζονται και αλληλοαναθεματίζονται και αλληλοαφορίζονται και αλληλοκαθαιρούνται. Δεν ξέρεις πόσο έχω πονέσει και πόσο έχω προσευχηθεί γι' αυτό το θέμα. Χρειάζεται να τους αγαπάμε και να τους πονάμε και όχι να τους κατακρίνουμε, και πιο πολύ να προσευχόμαστε γι' αυτούς να τους φωτίσει ο Θεός, και αν τύχει καμιά φορά και μας ζητήσει κανείς με καλή διάθεση βοήθεια, να λέμε καμιά κουβέντα».

Πέρασαν πάνω από πέντε χρόνια από την κοίμηση του Γέροντα. Ο κ. Χ. ήλθε στην «Παναγούδα» να ευχαριστήσει τον Γέροντα, γιατί έκτοτε βρήκε την πνευματική, αλλά και την οικογενειακή του σωτηρία και με δάκρυα στα μάτια διηγήθηκε τα ανωτέρω.

Με την αγάπη, την προσευχή και την διάκρισή του, γνώριζε πότε να μιλά, πώς να ενεργεί και να βοηθά αθόρυβα τη μητέρα Εκκλησία, αποφεύγοντας τα άκρα και θεραπεύοντας πληγές που ταλαιπωρούν το σώμα της Εκκλησίας και σκανδαλίζουν τους πιστούς

* Από το βιβλίο «Βίος γέροντος Παϊσίου του Aγιορείτου», Ιερομονάχου π. Ισαάκ


Γέροντας Παΐσιος: Για τον σαρκικό πόλεμο

«Πολλές φορές συμβαίνει και το εξής, ενώ η σάρκα μας είναι σκελετωμένη, εν τούτοις πετάει κλωτσιές (κάνει αταξίες), κι εμείς, για να την ταπεινώσουμε, ελαττώνουμε τις τροφές και διπλασιάζουμε τους αγώνες, αλλά η σάρκα παρ' όλα αυτά συνεχίζει να είναι θηρίο.

Σ' αυτές τις περιπτώσεις το παθαίνουμε όπως ο ανόητος εκείνος χωρικός που αφήνει το γαϊδουράκι νηστικό και το βαρυφορτώνει, για να ημερέψη, επειδή πετάει κλωτσιές συνέχεια, ενώ το κακόμοιρο το ζώο δεν φταίει, αλλά το ρημάδι το σαμάρι του που του πλήγωσε τις πλάτες.

Ενώ δηλαδή πολλές φορές και σ' εμάς η αιτία είναι ο εγωισμός, η υπερηφάνεια, η κατάκρισι, με την έλλειψι της αγάπης, που διώχνουμε τη Χάρι του Θεού, και μας πλησιάζει το ταγκαλάκι (ο εχθρός), για να μας βάλη φωτιά και στα ξηρά κόκκαλα, εμείς αυξάνουμε τις νηστείες και τους πνευματικούς αγώνες, μετάνοιες κ.λ.π., για να ταπεινώσουμε τη σάρκα· η σάρκα όμως δεν ταπεινώνεται, γιατί λείπει η ταπείνωσι και η αγάπη από την ψυχή μας» (Επιστολές. Εκδ. Ι. Ησ. Ευαγγ. Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσ/νίκης, 1994, 70)

Επίσης έλεγε:
«Να αποφεύγετε τις αφορμές. Ας πούμε ένα παράδειγμα. Όταν κάποιος έχη ζάχαρο και δεν πρέπει να τρώη γλυκά, μπορεί να τα σταματήση, όταν γυροφέρνη στα ζαχαροπλαστεία;» (Διον. Τάτση, Υπαίθριο Αρχονταρίκι, Καταγραφή διδαχών του π. Παϊσίου, Κόνιτσα Φεβρ. '94, 32)

Και τέλος τόνιζε:
«Εάν στον ύπνο σου συμβή κάτι σαρκικό, μην το εξετάζης καθόλου, όπως επίσης και κανένα περιστατικό στη ζωή σου (σαρκικής πάλι φύσεως), από το οποίο σε γλύτωσε ο Θεός με το να σε σκεπάση και να σε γλυτώση σαν το κλωσοπούλι από τα νύχια του γερακιού, γιατί είναι επικίνδυνο. Όπως ο εχθρός πολλές φορές πετάει μια χειροβομβίδα να σκοτώση τον στρατιώτη, και ο Θεός τον προστατεύει με το να μη γίνη η έκρηξι και γλυτώνει ο στρατιώτης, και μετά από καιρό κάθεται ο ανόητος και περιεργάζεται τη χειροβομβίδα, και με το ξεσκάλισμα, που την κάνει, σκάει και του τινάζει τα μυαλά στον αέρα, το ίδιο μπορεί να πάθη και ένας νέος, όταν ξεσκαλίζη αμαρτήματα σαρκικής φύσεως.»

(Γερ. Παϊσίου, Επιστολές, εκδ. Ι. Ησ. Ευαγγ. Ιωάννης ο Θεολόγος, Σουρωτή Θεσ/νίκης, 1994, 64)


"Γέροντα, όταν περνούμε κάποιον πειρασμό, μια μεγάλη δοκιμασία, τί να κάνουμε;"

Τί να κάνετε; Υπομονή να κάνετε. Η υπομονή είναι το ισχυρότερο φάρμακο που θεραπεύει τις μεγάλες και μακροχρόνιες δοκιμασίες.

Οι περισσότερες δοκιμασίες μόνο με την υπομονή περνούν. Η μεγάλη υπομονή ξεδιαλύνει πολλά και φέρνει θεϊκά αποτελέσματα‡ εκεί που δεν περιμένεις την λύση, δίνει ο Θεός την καλύτερη λύση.

Να ξέρετε ότι ο Θεός ευαρεστείται, όταν ο άνθρωπος περνά δοκιμασίες και υπομένη αγόγγυστα δοξάζοντας το Άγιο όνομά Του. "Μακάριος ανήρ, ός υπομένει πειρασμόν", λέει ο Άγιος Ιάκωβος. Γι΄αυτό να προσευχώμαστε να μας δίνη ο Καλός Θεός υπομονή, ώστε να τα υπομένουμε όλα αγόγγυστα και με δοξολογία.

Η ζωή μας σ΄αυτόν τον κόσμο είναι μία συνεχής άσκηση και ο καθένας μας ασκείται με διαφορετικό τρόπο. Να σκέφτεσθε τί τράβηξε ο Χριστός σ΄εκείνα τα δύσκολα χρόνια! Πόσα προβλήματα του δημιουργούσαν οι Εβραίοι και δεν μιλούσε καθόλου!

Αλλά και ο Απόστολος Παύλος τί υπομονή έκανε! Ενώ είχε πληροφορία από τον Θεό ότι θα πάη στη Ρώμη, έμεινε στη φυλακή δύο χρόνια, γιατί ο ηγεμόνας καθυστερούσε την δίκη.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος πάλι τί υπέφερε! Για έναν μικρό γογγυσμό υπέστη ναυάγιο... Βλέπετε, επιτρέπει ο Θεός να ταλαιπωρηθούν για μικρά πράγματα οι Άγιοι, για να έχουμε εμείς παραδείγματα, ώστε να αντιμετωπίζουμε τους πειρασμούς με υπομονή, με προσευχή, αλλά και με χαρά.

Από το βιβλίο "Πάθη & Αρετές", Λόγοι Ε΄, γ.Παϊσίου Αγιορείτου

Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου: "Υπέρ του γένους και της Πατρίδος"

Το σημαντικότερο κείμενο-παρακαταθήκη του Αγίου Γέροντα Παϊσίου του Αγιορείτου:

“Ο Γέροντας, ξεριζωμένος από την βρεφική του ηλικία, και έχοντας ζήσει τη φρίκη του πολέμου και της Κατοχής, γνώριζε από την πείρα του ότι το να «διάγωμεν ήρεμον και ησύχιον βίον» είναι μεγάλη ευλογία.

Αγαπούσε τη Πατρίδα και έλεγε: «Και η Πατρίδα είναι μία μεγάλη οικογένεια». Δεν επεδίωκε το εθνικό μεγαλείο, τη δόξα και την ισχύ με την κοσμική έννοια, αλλά την ειρήνη, τη πνευματική άνοδο και την ηθική ζωή των πολιτών, για να μας βοηθά και ο Θεός. Ούτε επιζητούσε την ασφάλεια για ν’ απολαμβάνουν οι άνθρωποι τις ανέσεις τους.

Σε κάποιο Έλληνα θερμό πατριώτη που ζούσε στην Αμερική και προσπαθούσε να προβάλλει την Ελλάδα, συνέστησε ν’ αγωνιστεί για ν’ αγιάσει και ύστερα να προβάλλει σωστά και πνευματικά και την Ελλάδα.

Όπως οι Προφήτες του Ισραήλ συμμετείχαν στη ζωή του έθνους ενεργά με τον τρόπο τους, προσεύχονταν, θρηνούσαν, έλεγχαν βασιλείς, κήρυτταν μετάνοια και προφήτευαν για τα επερχόμενα δεινά, το ίδιο και ο Γέροντας δεν ήταν αδιάφορος και απαθής στα θέματα της Πατρίδας. Ο προφήτης δεν ήταν εθνικιστής που έλεγε: «Δια Σιών ου σιωπήσομαι». Το ίδιο και η στάση του Γέροντα ήταν καθαρά πνευματική.

Ενώ ζούσε έκτος κόσμου, αγωνίσθηκε όσο λίγοι για το καλό της Πατρίδας. Αξιοθαύμαστη ήταν η δραστηριότητα και η προσφορά του στα εξωτερικά εθνικά θέματα μας. Μιλούσε εναντίον των ανθελληνικών ρευμάτων, των πλαστογράφων της ιστορικής αληθείας, και κυρίως εναντίον των αδίκων εδαφικών διεκδικήσεων σε βάρος της Ελλάδας, των Σκοπιανών «πανσλαυϊστών», Αλβανών, Τούρ­κων κ.ά. Έλεγε: «Ο ένας θέλει τη Θεσσαλονίκη, ο άλλος θέλει να φθάσει μέχρι τη Λάρισα, ο άλλος θέλει το Αιγαίο. Μα τέλος πάντων δεν υπήρχε ποτέ Ελλάδα;».

Επεσήμανε τους εθνικούς κινδύνους, πριν ακόμη φανούν. Βοήθησε πολλούς να δουν ξεκάθαρα τις ξένες προπαγάνδες σε βάρος της Πατρίδας, και όσοι είχαν θέσεις και ευαισθησία έλαβαν τα ανάλογα μέτρα.

Σχετικά με το Μακεδονικό, αναφέρει ανώτατος αξιωματικός: «Εγώ ήμουν μέσα στα πράγματα και δεν είχα πάρει είδηση. Ο Γέροντας μου άνοιξε τα μάτια. Στην αρχή παραξενευόμουν και έλεγα: Τί είναι αυτά που λέει ο Γέροντας και από πού τα ξέρει; Έπειτα κατάλαβα». Ο Γέροντας ήδη από το 1977, όταν πήγε στην Αυστραλία, ανέφερε το Μακεδονικό θέμα. Αυτά κάποιοι «ειδικοί» τα θεώρησαν «ανεύθυνες φανατικές κινδυνολογίες».

Υπερασπιζόμενος την ελληνικότητα της Μακεδονίας, ανήρτησε στο αρχονταρίκι του το κείμενο του προφήτη Δανιήλ, που αναφέρεται στο βασιλέα των Ελλήνων Αλέξανδρο, και δίπλα του μία μεγάλη χάρτινη εικόνα ενός Αγγέλου από Σερβικό Μοναστήρι, να δείχνει το κείμενο.

Παρομοίαζε το κράτος των Σκοπίων με οικοδόμημα που είναι κτισμένο με τούβλα και με φαρσαλινούς χαλβάδες, που είναι κομμένοι σε σχήμα τούβλων, και που φυσικό είναι κάποτε να κατάρρευση.

Το βιβλίο του πρώην υπουργού Βορείου Ελλάδος κ. Νικολάου Μάρτη «Η πλαστογράφηση της Μακεδονίας», όταν το διάβασε, τον ενθουσίασε. «Δόξα τω Θεώ», είπε, «υπάρχουν και πατριώτες». Πήρε πολλά βιβλία και τα μοίραζε ευλογία. Έγραψε και ένα επαινετικό ποιηματάκι, το οποίο ο κ. Μάρτης συμπεριέλαβε σε νέα έκδοση του βιβλίου του.

Για την Τουρκία διεκήρυσσε με βεβαιότητα: «θα διαλυθεί,οι Κούρδοι θα κάνουν κράτος και οι μεγάλες δυνάμεις θα μας δώσουν την Πόλη. Όχι επειδή μας αγαπούν αλλά γιατί θα οικονομήσει ο Θεός τα πράγματα έτσι, ώστε το συμφέρον τους θα είναι να την έχουμε εμείς. Θα λειτουργήσουν οι πνευματικοί νόμοι. Οι Τούρκοι έχουν να πληρώσουν πολλά, απ’ αυτά που έχουν κάνει. Αυτό το Έθνος θα καταστραφεί, διότι δεν προήλθε με την ευλογία του Θεού. Τα κόλλυβα τους τα’ χουν στο ζωνάρι τους (δηλαδή πλησίασε το τέλος τους).

Ο άγιος Αρσένιος έλεγε πριν από την Ανταλλαγή: «Την Πατρίδα μας θα την χάσουμε, αλλά πάλι θα την βρούμε».

Ρωτήθηκε ο Γέροντας, πότε θα ελευθερωθεί η Κύπρος, και απάντησε: «Η Κύπρος θα ελευθερωθεί, όταν μετανοήσουν οι Κύπριοι. Να κάνετε πνευματικές βάσεις για να διώξουν τις βάσεις των Τούρκων, των Άγγλων και των Αμερικανών». Έβλεπε δηλαδή το Κυπριακό ως πνευματικό θέμα, όχι ως εθνικό ή πολιτικό, και ότι η λύση του θα προέλθει από την μετάνοια του λαού και την προσευχή.

Βλέποντας τον από Ανατολάς κίνδυνο για την Θράκη, μετέβη στην Κομοτηνή για να στηρίξη εκχριστιανισθέντες Μουσουλμάνους. Ήθελε να παραμείνη μαζί τους για ένα διάστημα για να βοηθήση.

Στα θέματα της Πατρίδος δεν ήθελε οι Χριστιανοί να είναι αδιάφοροι. Πολύ λυπόταν που έβλεπε πνευματικούς ανθρώπους να επιζητούν να βολευθούν οι ίδιοι και να μην ενδιαφέρωνται για την Πατρίδα. Ο καημός του και η απορία του ήταν πως οι υπεύθυνοι δεν αντιλαμβάνονται πού οδηγούμαστε. Ο ίδιος από παλαιά διέβλεπε την σημερινή κατάσταση και ανησυχούσε, αλλά δεν διέσπειρε τις ανησυχίες του στον κόσμο.

Έλεγε: «Από το κακό που επικρατεί σήμερα θα βγει μεγάλο καλό. Βλέπω μια ελιά. Το ένα της κλωνάρι έχει ξεραθεί, το άλλο το τρώγει η κάμπια και θα ξεραθή και αυτό. Αλλά πετιέται ένα άλλο βλαστάρι από κάτω που έχει πολύ θυμό (δύναμη) και αναπτύσσεται γρήγορα».

Λυπόταν για την πνευματική κατάπτωση των πολιτών. Μιλούσε αυστηρά γι’ αυτούς που ψήφιζαν αντιχριστιανικούς νόμους. Λυπήθηκε για την αλλαγή της γλώσσας και είπε: «Η επόμενη γενεά θα φέρει Γερμανούς να μας μάθουν την γλώσσα μας, και τα παιδιά μας θα μας φτύνουν». Έγραφε σε επιστολή του: «Αυτοί που κατάργησαν τα Αρχαία πάλι θα τα ξαναφέρουν».

Δημοσίευσε ένα σύντομο κείμενο υποστηρίζοντας τον αγνότατο πατριώτη και ευλαβέστατο ήρωα Μακρυγιάννη από τις εναντίον του άδικες και ψευδείς κατηγορίες. Πέρα από την αποκατάσταση της αληθείας, υπήρχε τότε, όπως και σήμερα, επιτακτική ανάγκη προβολής ενός ιδανικού προτύπου προς μίμηση για τους πολιτικούς ηγέτες, αλλά και για υποβοήθηση του λαού να αποκτήση ορθά πολιτικά κριτήρια στην επιλογή των κυβερνητών του Έθνους μας.

Κάποιος Πρωθυπουργός, του οποίου κατέκρινε δημοσίως ενέργειες επιζήμιες για το Έθνος και την Εκκλησία, ζήτησε να τον συναντήση στην Σουρωτή. Ο Γέροντας απάντησε: «Ας έρθη, θα του τα ψάλω και μπροστά του». Είχε το ψυχικό σθένος αυτός ο πτωχός καλυβίτης να υψώνη την φωνή του άφοβα μπροστά στους ισχυρούς της ημέρας.

Όταν κάποιος πρόεδρος της Δημοκρατίας επισκέφθηκε το Άγιον Όρος, ο Γέροντας συνέστησε στα μοναστήρια να μην τον δεχθούν, γιατί είχε υπογράψει τον νόμο περί των αμβλώσεων.

Από Υπουργό που θέλησε να βοηθήση γνωστό του Μοναστήρι δεν δέχθηκε τίποτε, γιατί ανήκε σε κόμμα που είχε υπογράψει αντιχριστιανικούς νόμους.

Ο Γέροντας ήταν άνθρωπος της ειρήνης και της ενότητος. Δεν ανήκε σε κανένα κόμμα. Ήταν υπεράνω κομμάτων. Απέρριπτε άθεα πολιτικά κόμματα και πολιτικούς που είχαν σχέση με την Μασωνία, για την αθεΐα τους και την πολεμική τους προς την Εκκλησία. Έλεγε: «Τι να το κάνω το δεξί ή το αριστερό χέρι, αν δεν κάνη σταυρό;», απορρίπτοντας έτσι τούς άθεους πολιτικούς ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση. Κάποια κόμματα; γνωρίζοντας την επιρροή του στον λαό, ζήτησαν να τον προσεταιρισθούν χάριν ψηφοθηρίας, αλλά ματαίως.

Τον επισκέπτονταν πολιτικά πρόσωπα, βουλευτές, υπουργοί, γερουσιαστές από τις Η.Π.Α. και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος του έστελνε κάρτες. Από κανέναν όμως δεν ζήτησε τίποτε για τον εαυτό του ή για γνωστά του μοναστήρια. Μόνο ζητούσε να ενεργούν για το καλό της Πατρίδος και της Εκκλησίας.

Ακόμη βοήθησε πολλούς κρατικούς υπαλλήλους με τις συμβουλές του να είναι τίμιοι και ευσυνείδητοι στην εργασία τους. Εκτιμούσε τους καλούς παιδαγωγούς για το ουσιαστικό έργο που προσφέρουν, και τους ευλαβείς στρατιωτικούς, που έχουν ιδανικά.

Πολλούς νέους αναρχικούς τους έπεισε να υπηρετήσουν στρατιώτες.

Γενικώς συμβούλευε όλους να έχουν σεβασμό και αγάπη προς την Πατρίδα, να ενεργούν για το κοινό καλό ευσυνείδητα και να μην παρασύρωνται από το γενικό πνεύμα της αδιαφορίας, της ισοπεδώσεως των πάντων, του βολέματος και της καταχρήσεως.

Κυρίως όμως ο Γέροντας βοήθησε την Πατρίδα αφανώς με την προσευχή του. Αυτό φαίνεται από το τυπικό που αναφέρθηκε, αλλά και από το ποίημα που έστειλε στην μητέρα του. Στο τέλος γράφει ότι γίνεται καλόγηρος για να προσεύχεται «και για όλη την Πολιτεία». Έδινε πρώτος το παράδειγμα και παρακινούσε, λέγοντας: «Να κάνουμε προσευχή ο Θεός να φωτίζη τους υπευθύνους που έχουν θέσεις μεγάλες στην Πολιτεία, γιατί αυτοί μπορούν να κάνουν μεγάλο καλό».

Όταν υπήρχε ένταση στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, έλεγε: «Πολλά σύννεφα μαζεύτηκαν. Αν μπορέσουμε να τα διώξουμε» (με την προσευχή).

Σε παρόμοια περίπτωση έκανε θεία Λειτουργία στο Καλύβι του. Στους Μακαρισμούς δεν έψαλλε ό,τι προέβλεπε το τυπικό, αλλά από τον κανόνα του οσίου Νικολάου του Κατασκεπηνού, γιατί ήταν κατάλληλο για την περίπτωση αυτή: «Αθέων Αγαρηνών τα βέλη σύντριψον Δέσποινα, και πάσαν επιβουλήν δαιμόνων ματαίωσον, λαόν χριστεπώνυμον σκέπων και φυλάττων, ίνα πόθω σε δοξάζωμεν».

Όταν η Πατρίδα περνούσε περίοδο πολιτικής αστάθειας, λόγω αδυναμίας σχηματισμού κυβερνήσεως, ο Γέροντας πονούσε και ευχόταν πολύ. Την τρίτη φορά που θα γίνονταν εκλογές σε μικρό χρονικό διάστημα συνέβη το εξής, όπως διηγήθηκε: «Ήταν παραμονή εκλογών. Καθόμουν στο ξυλοκρέββατο στο Αρχονταρίκι και έλεγα την ευχή. Ξαφνικά παρουσιάστηκε ο διάβολος με την μορφή του… (ανωτάτου πολιτικού προσώπου της εποχής εκείνης του οποίου κατέκρινε ενέργειες καταστρεπτικές) και με απειλούσε. Αλλά δεν μπορούσε να πλησίαση. Ήταν σαν δεμένος, κάτι τον κρατούσε και σφιγγόταν».

Το ίδιο βράδυ ο Γέροντας παρουσιάσθηκε σ’ έναν έγγαμο ιερέα στον ύπνο του. Του είπε αυστηρά:

«Παπα-… τι κοιμάσαι; Σήκω να κάνης προσευχή, γιατί η Πατρίδα κινδυνεύει».

Την σωτηρία του Έθνους την περίμενε από τον Θεό. Έλεγε: «Αν ο Θεός άφηνε την τύχη του Έθνους στους πολιτικούς θα καταστρεφόμασταν. Αλλά αφήνει λίγο τα πράγματα, για να φανούν οι διαθέσεις του καθενός».

Για τούς πολιτικούς που έκαναν κακό στο Έθνος έλεγε: «Με αναπαυμένη συνείδηση παρακαλώ τον Θεό να τους δίνη μετάνοια και να τους παίρνη, για μην κάνουν μεγαλύτερο κακό, και να αναστήση Μακκαβαίους».

Πίστευε ότι ένας μοναχός μπορεί να βοηθήση ολόκληρο το Έθνος. «Άλλον ο Θεός τον κάνει μοναχό για να βοηθήση μια οικογένεια και άλλον για να βοηθήση ολόκληρο Έθνος. Το Άγιον Όρος πολλά μπορεί να προσφέρη. Μπορεί να δημιουργήση πάλι το Βυζάντιο από το οποίο προήλθε».

Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου
†Ιερομονάχου ΙΣΑΑΚ


Όσο γκρινιάζει κανείς, τόσο ρημάζει...

Γέροντα, πού οφείλεται η γκρίνια και πώς μπορείς να την αποφύγης;

- Στην κακομοιριά οφείλεται και με την δοξολογία την κάνει κανείς πέρα. Η γκρίνια γεννά γκρίνια και η δοξολογία γεννά δοξολογία. Όταν δεν γκρινιάζη κανείς για μια δυσκολία που τον βρίσκει , αλλά δοξάζη τον Θεό, τότε σκάζει ο διάβολος και πάει σε άλλον που γκρινιάζει , για να του τα φέρη όλα ανάποδα. Γιατί, όσο γκρινιάζει κανείς, τόσο ρημάζει.

Μερικές φορές μας κλέβει το ταγκαλάκι και μας κάνει να μη μας ευχαριστή τίποτε, ενώ μπορεί κανείς όλα να τα γλεντάη πνευματικά με δοξολογία και να έχει την ευλογία του Θεού. Να, ξέρω κάποιον εκεί στο Όρος που, αν βρέξη και του πης « πάλι βρέχει », αρχίζει : « Ναι , όλο βρέχει, θα σαπίσουμε από την πολλή υγρασία ».
Αν μετά από λίγο σταματήση η βροχή και του πης « ε, δεν έβρεξε και πολύ », λέει: « Ναι, βροχή ήταν αυτή; Θα ξεραθή ο τόπος ...; » . Και δεν μπορεί να πει κανείς ότι δεν είναι καλά στο μυαλό, αλλά συνήθισε να γκρινιάζη. Να είναι λογικός και να σκέφτεται παράλογα!

Η γκρίνια έχει κατάρα. Είναι σαν να καταριέται ο ίδιος ο άνθρωπος τον εαυτό του , οπότε μετά έρχεται η οργή του Θεού. Στην Ήπειρο γνώριζα δύο γεωργούς . Ο ένας ήταν οικογενειάρχης και είχε ένα-δυό χωραφάκια και εμπιστευόταν τα πάντα στον Θεό. Εργαζόταν όσο μπορούσε, χωρίς άγχος. « Θα κάνω ό,τι προλάβω » , έλεγε.

Μερικές φορές άλλα δεμάτια σάπιζαν από την βροχή ,γιατί δεν προλάβαινε να τα μαζέψη, άλλα του τα σκόρπιζε ο αέρας, και όμως για όλα έλεγε « δόξα Σοι ο Θεός » και όλα του πήγαιναν καλά. Ο άλλος είχε πολλά κτήματα, αγελάδες κ.λ.π. ,δεν είχε και παιδιά. Αν τον ρωτούσες « πώς τα πας; » , « άστα, μην τα ρωτάς » , απαντούσε. Ποτέ δεν έλεγε « δόξα Σοι ο Θεός », όλο γκρίνια ήταν. Και να δήτε, άλλοτε του ψοφούσε η αγελάδα, άλλοτε του συνέβαινε το ένα, άλλοτε το άλλο. Όλα τα είχε, αλλά προκοπή δεν έκανε.

Για αυτό λέω, η δοξολογία είναι μεγάλη υπόθεση. Από μας εξαρτάται ,αν γευθούμε ή όχι τις ευλογίες που μας δίνει ο Θεός. Πώς όμως να τις γευθούμε, αφού ο Θεός μας δίνει λ.χ. μπανάνα και εμείς σκεφτόμαστε τι καλύτερο τρώει ο τάδε εφοπλιστής; Πόσοι άνθρωποι τρώνε μόνον ξερό παξιμάδι, αλλά μέρα-νύχτα δοξολογούν τον Θεό και τρέφονται με ουράνια γλυκύτητα ! Αυτοί οι άνθρωποι αποκτούν μια πνευματική ευαισθησία και γνωρίζουν τα χάδια του Θεού. Εμείς δεν τα καταλαβαίνουμε , γιατί η καρδιά μας έχει πιάσει γλίτσα και δεν ικανοποιούμαστε με τίποτε. Δεν καταλαβαίνουμε ότι η ευτυχία είναι στην αιωνιότητα και όχι στην ματαιότητα.

Από το βιβλίο «Οικογενειακή ζωή»
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Δ


Τα φτηνά χαρίσματα των πλανεμένων

- Γέροντα, γιατί οι άνθρωποι καταφεύγουν για κάποιο πρόβλημά τους συχνά σε πλανεμένους;

- Γιατί ο διάβολος έχει φθηνά χαρίσματα και τα παίρνουν εύκολα. Αυτά τους λένε να κάνουν , δεν είναι δύσκολα και τους αναπαύουν στα πάθη τους. Αντί να μετανοήσουν για τις αμαρτίες που κάνουν ως άνθρωποι και να πάνε σε έναν πνευματικό να εξομολογηθούν , βρίσκουν κάτι πλανεμένους, δηλαδή τον διάβολο, και ζητούν από εκείνον να τους λύση το πρόβλημά τους. Ύστερα βασανίζονται και δεν καταλαβαίνουν ότι τους έχει δέσει ο διάβολος και τους κάνει κουμάντο.

- Και πως τους πιστεύουν ,Γέροντα;


- Είναι ζαλισμένοι οι άνθρωποι. Πόσοι λένε ότι οδηγούν τους ανθρώπους στον σωστό δρόμο, ενώ κουβαλούν στον ώμο τους ένα τσουβάλι και έχουν κρυμμένο μέσα τους τον διάβολο! Ο Καλός Θεός όμως δεν τον αφήνει να κρυφθή τελείως. Καμμιά φορά βγάζει ο διάβολος κάποιο κέρατο ή την ουρά του , τα βλέπουν οι άνθρωποι και φωνάζουν τρομαγμένοι : «Τι είναι αυτό; Κέρατο; Ουρά;». «Όχι, τι λέτε; Μελιτζάνα είναι!», τους λένε εκείνοι, για να τους εξαπατήσουν και να παρουσιάσουν διαβολικά πράγματα για καλά και ωφέλιμα.

Κι εδώ μια μέρα ήρθε κάποιος με μια συντροφιά που ήταν πλανεμένος. Είχε μαζί του καμμιά δεκαριά άτομα και έκανε τον Γέροντα. Τους ρωτάω: «Ανήκετε σε καμμιά οργάνωση;» . Δεν απαντούσαν. «Έχετε κανέναν πνευματικό;» . Τίποτε. Άρχισαν , έβαζαν μετάνοιες. Τους έφερε εδώ, για να τους πλανάη . Να λέη μετά: «Πήγαμε και στον πατέρα Παϊσιο και συμφωνεί μαζί μας» ! Κατάλαβες; Δεν έπρεπε να τον δω, γιατί το εκμεταλλεύεται μετά. Φαινόταν ύποπτος εκείνος. Οι οπαδοί του φαίνονταν παρασυρμένοι. Οι καημένοι έπεσαν κάτω, γονατιστοί.

- Τους είπατε τίποτε, Γέροντα;

- Τους είπα, αλλά ο πονηρός, όταν φεύγουν από‘ δω τους λέει άλλα. Από‘ δω –από ‘ κει τους πάει , και τους φέρνη πάλι στον δρόμο του.

- Πώς θα προφυλαχθή ,Γέροντα, κανείς από τους πλανεμένους;

- Μένοντας μέσα στην μάνδρα της Εκκλησίας μας. Βέβαια, αν κάποιος ακολουθήση από άγνοια έναν πλανεμένο, δεν θα τον αφήση ο Θεός. Θα τον βοηθήση να καταλάβη το λάθος του και να επιστρέψη στην αλήθεια.

ΤΑ ΦΤΗΝΑ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΛΑΝΕΜΕΝΩΝ - Από το βιβλίο «Πνευματικός αγώνας» ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ - ΛΟΓΟΙ Γ’

Ο Γέροντας Παΐσιος για την μετεμψύχωση

- Γέροντα, πώς μερικοί άνθρωποι, ακόμη καί μορφωμένοι, πιστεύουν στήν μετεμψύχωση; - Ή μετεμψύχωση βολεύει τούς ανθρώπους, καί ειδικά τούς άθεους, τούς άπιστους.

Είναι ή μεγαλύτερη πονηριά τού διαβόλου. Τούς κρατά ό διάβολος στήν ζωή τής αμαρτίας, μέ τον λογισμό ότι ή ψυχή έρχεται καί ξανάρχεται σε αυτόν τον κόσμο. «Έ, καί αυτήν τήν φορά άν δεν πετύχης, τούς λέει ό διάβολος, θά ξαναρθης στήν ζωή καί θά πετύχης τήν επόμενη φορά· καί άν πάλι δέν πετύχης, θά 'ρθής, θά ξαναρθης, θά εξελίχθης...»!

Όποτε καί αυτοί λένε: «δέν πειράζει κι άν κάνω καί αυτήν τήν αμαρτία» καί τό ρίχνουν έξω· ζούν απρόσεκτα, δέν μετανοούν. Βλέπεις πώς τούς τυφλώνει ό διάβολος καί τούς γαντζώνει στήν κόλαση! Δέν έχω δει μεγαλύτερη πονηριά καί τέχνη τού διαβόλου, γιά νά μαζεύη τούς ανθρώπους στήν κόλαση!

Κι άν σέ γαντζώση μιά φορά ό διάβολος, θά σ' άφήση νά γυρίσης πίσω; Αυτή είναι ή χειρότερη θεωρία από όλες τις Ινδουιστικές θεωρίες. Κάποτε, αργά τό απόγευμα, πέρασε από τό Καλύβι ένας νεαρός. «Τέτοια ώρα, παλληκάρι, θέλω νά διαβάσω και εσπερινό», του λέω. «Μ' αυτά ασχολείσαι ακόμη;» μου είπε και έφυγε. Την άλλη μέρα ξαναήρθε και μου έλεγε γιά κάτι οράματα. «Είχες πάρει προηγουμένως καθόλου χασίς;», τόν ρωτάω.

«Παλιά, ναί. Τότε όμως πού είδα τά οράματα, δέν είχα πάρει», μου λέει. «Μήπως διάβασες γιά μετεμψύχωση;».«Ναί», μού λέει. Εκεί τήν έπαθε. Διάβασε γιά μετεμψύχωση, μπήκε ό εγωισμός μέσα καί έπλασε όνειρα ότι πρίν από χιλιάδες χρόνια ήταν μεγάλος άνθρωπος, πλούσιος! Είδε μετά σε όραμα ότι πήγε επάνω στον ουρανό, αλλά δέν τόν είχαν γραμμένο εκεί καί του είπαν νά κατεβή. Ό διάβολος του δημιούργησε αυτήν τήν κατάσταση. «Όλα αυτά, του λέω, είναι παραμύθια κι εσύ τά πιστεύεις;».

Καί δυστυχώς υπάρχουν καί μορφωμένοι άνθρωποι πού πιστεύουν σέ τέτοιες χαζομάρες. Εκεί κοντά στο Καλύβι έναν γάιδαρο τόν είχα ονομάσει Νασέρ, επειδή ήταν ζωηρός. Μιά μέρα ήρθε ένας Έλληνας πού ζούσε στήν Ελβετία καί άκουσε πού τόν φώναζα Νασέρ. Όταν μετά από ένα διάστημα ξαναήρθε, έφερε ένα κουτί με απλά γλυκά καί ένα μέ επίσημα. «Αυτά είναι γιά σένα», μού είπε καί μου έδωσε τά απλά γλυκά. «Αυτά τά καλά γλυκά, μου λέει, είναι γιά τόν Νασέρ. Εγώ κατάλαβα, λέει, από τήν προηγούμενη φορά ότι ήταν ό Νασέρ. Όταν τόν συνάντησα, μέ κοίταξε μέ ένα θλιμμένο βλέμμα πού μου ράγισε τήν καρδιά»! Νόμιζε ότι ό Νασέρ μετεμψυχώθηκε καί έγινε γάιδαρος! Καί τό πίστευε! «Βρέ, είσαι στά καλά σου; του λέω. Εγώ τόν είπα Νασέρ, γιατί ήταν ζωηρός γάιδαρος».

Μέ κανέναν τρόπο δέν καταλάβαινε. Καί αυτό δεν είναι τίποτε! Νά σας πω ένα άλλο: Πρίν από χρόνια είχαν πάει Γερμανοί στήν Κρήτη, γιά νά κάνουν ένα μνημόσυνο γιά τούς Γερμανούς πού είχαν σκοτωθή εκεί στήν Κατοχή. Τήν ώρα πού έκαναν τό μνημόσυνο περνούσε ένας Κρητικός μέ τόν γάιδαρο του φορτωμένο μέ τις πραμάτειες του. Ό γάιδαρος, όταν είδε τούς ανθρώπους εκεί μαζεμένους, άρχισε νά γκαρίζη. Ένας από τούς Γερμανούς νόμιζε ότι ό γάιδαρος ήταν ό αδελφός του πού είχε σκοτωθή στον πόλεμο καί μετεμψυχώθηκε! Τόν γνώρισε καί τον χαιρέτισε μέ τό γκάρισμα! Καί ό Γερμανός στάθηκε προσοχή, καί τάκ, τόν χαιρέτισε στρατιωτικά... Κλάματα!... Πάει αμέσως στον Κρητικό καί τού λέει: «Πόσα θέλεις, γιά νά τόν αγοράσω;». «Βρέ, φύγε από 'δώ», τού λέει ό Κρητικός. Ό Γερμανός τού μετρούσε τά μάρκα: «τόσα, τόσα».

«Φύγε, άσε με», έλεγε εκείνος. Τελικά τού λέει κάποιος:«Βρέ χαμένε, τόν πληρώνει τόν γάιδαρο γιά μερσεντές, δώσ' τον». Ξεφόρτωσε τά πράγματα του ό Κρητικός, τόν ξεσαμάρωσε, τόν ελευθέρωσε, καί τόν πήρε ό Γερμανός μέ βουρκωμένα μάτια καί τόν πήγε στήν Γερμανία! - Σοβαρά, Γέροντα; - Γεγονός! Άν δέν τό είχα ακούσει από σοβαρό άνθρωπο, δέν θά τό πίστευα κι εγώ. 1. Β ' Τ ι μ . 3, 13. 2.

Μετεμψύχωση (ή αλλιώς μετενσάρκωση) είναι ή πλανεμένη θεωρία σύμφωνα μέ τήν οποία ή ψυχή μετά τόν σωματικό θάνατο εισέρχεται σέ άλλο σώμα ανθρώπου ή ζώου καί διανύει έναν ατέλειωτο κύκλο γεννήσεων καί θανάτων.

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Γ΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ

Γέροντας Παΐσιος: "Δεν ωφελούν οι μετάνοιες χωρίς ταπείνωση!"

Οι μεγάλοι στην ηλικία που δεν δέχονται ύβρεις και αυστηρές παρατηρήσεις, για να θεραπευθούν η για να λάβουν μισθό (όταν δεν φταίνε), είναι πιο ανόητοι και από τα μωρά παιδιά, που δεν θέλουν ούτε να ακούσουν τον γιατρό, διότι φοβούνται την ένεση (μην τους τρυπήσει με την βελόνα), και υποφέρουν τον πυρετό συνέχεια και τον βήχα.

Περισσότερη ευγνωμοσύνη οφείλουμε σ’ αυτούς που μας κέντησαν και βγήκαν τα αγκάθια της ψυχής μας, παρά σ’ εκείνους που θα έσκαβαν δωρεάν την περιοχή μας και θα μας φανέρωναν τον κρυμμένο μας άγνωστο θησαυρό.

Δεν ωφελεί να τρίβει κανείς τα γόνατά του με αμέτρητες μετάνοιες, εάν δεν τρίβει παράλληλα και την μούρη του με την ταπείνωση (την εσωτερική μετάνοια).

Εκείνος που ζητάει ταπείνωση από τον Θεό, αλλά δεν δέχεται τον άνθρωπο που του στέλνει ο Θεός, για να τον ταπεινώσει, δεν ξέρει τι ζητάει, διότι οι αρετές δεν αγοράζονται με τα ψώνια στον μπακάλη (όσα κιλά θέλουμε), αλλά μας στέλνει ο Θεός ανθρώπους να δοκιμαστούμε, να εργαστούμε, να την αποκτήσουμε και να στεφανωθούμε.

Όποιος σκύβει ταπεινά και δέχεται τα χτυπήματα από τους άλλους, διώχνει τα δικά του εξογκώματα,ομορφαίνει πνευματικά σαν Άγγελος και έτσι χωράει από την στενή πύλη του Παραδείσου.

Μακάριος εκείνος ο άνθρωπος που έδωσε τα εξογκώματά του και βαδίζει την τεθλιμμένη οδό του Κυρίου με ξένο βάρος (συκοφαντίες κλπ) και αφήνει τους ανθρώπους να του πλέκουν αμαράντινα στεφάνια με τις κατηγορίες, διότι αυτό φανερώνει την γνήσια ταπεινοφροσύνη που δεν εξετάζει τι λένε οι άνθρωποι, αλλά τι θα πει ο Θεός την ημέρα της Κρίσεως.

Όσοι όμως έχουν ταπείνωση, έχουν και καλοσύνη και θείο φωτισμό και δεν σκοντάφτουν ποτέ στη πνευματική τους πορεία από τα εμπόδια του πονηρού.

Τους περισσότερους πειρασμούς, τις περισσότερες φορές, τους δημιουργεί ο ίδιος μας ο εαυτός μας, όταν βάζουμε τον εαυτό μας στις συνεργασίες μας μαζί με τους άλλους, όταν δηλαδή θέλουμε να υψώνουμε τον εαυτό μας. Στον Ουρανό δεν ανεβαίνει κανείς με το κοσμικό ανέβασμα αλλά με το πνευματικό κατέβασμα. Όποιος βαδίζει χαμηλά, βαδίζει πάντα με σιγουριά και ποτέ δεν πέφτει.

"ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ", ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ B"


Γέροντα, γιατί πρέπει να ζητάμε από τον Θεό να μας βοηθάη, αφού ξέρει τις ανάγκες μας;

- Γιατί υπάρχει ελευθερία. Και μάλιστα, όταν πονάμε για τον πλησίον μας και τον παρακαλούμε να τον βοηθήση, πολύ συγκινείται ο Θεός, γιατί τότε επεμβαίνει, χωρίς να παραβιάζεται το αυτεξούσιο. Ο Θεός έχει όλη την καλή διάθεση να βοηθήση τους ανθρώπους που υποφέρουν.

Για να τους βοηθήση όμως, πρέπει κάποιος να Τον παρακαλέση.

Γιατί, αν βοηθήση κάποιον ,χωρίς κανείς να Τον παρακαλέση, τότε ο διάβολος θα διαμαρτυρηθεί και θα πη: « Γιατί τον βοηθάς και παραβιάζεις το αυτεξούσιο; Αφού είναι αμαρτωλός, ανήκει σε εμένα » .

Εδώ βλέπει κανείς και την μεγάλη πνευματική αρχοντιά του Θεού, που ούτε στον διάβολο δίνει το δικαίωμα να διαμαρτυρηθεί.

Για αυτό θέλει να Τον παρακαλούμε, για να επεμβαίνη - και θέλει ο Θεός να επεμβαίνη αμέσως, αν είναι για το καλό μας - , και να βοηθάη τα πλάσματά Του ανάλογα με τις ανάγκες τους.

Για τον κάθε άνθρωπο ενεργεί ξεχωριστά, όπως συμφέρει στον καθέναν καλύτερα.

Ο Θεός λοιπόν αλλά και οι Άγιοι για να βοηθήσουν ,πρέπει ο ίδιος ο άνθρωπος να το θέλη και να το ζητά ,αλλιώς δεν επεμβαίνουν. Ο Χριστός ρώτησε τον παράλυτο: « Θέλεις υγιής γενέσθαι; » . Αν δεν θέλη ο άνθρωπος ,το σέβεται ο Θεός. Αν κάποιος δεν θέλη να πάη στον παράδεισο, ο Θεός δεν τον παίρνει. Εκτός αν ήταν αδικημένος και είχε άγνοια, οπότε δικαιούται την θεία βοήθεια. Διαφορετικά , δεν θέλει να επέμβη ο Θεός. Ζητά κανείς βοήθεια ,και ο Θεός και οι Άγιοι την δίνουν. Μέχρι να ανοιγοκλείσης τα μάτια σου ,έχουν κιόλας βοηθήσει. Μερικές φορές δεν προλαβαίνεις ούτε να τα ανοιγοκλείσης . Τόσο γρήγορα βρίσκεται ο Θεός δίπλα σου.

« Αιτείτε και δοθήσεται » , λέει η Γραφή. Αν δεν ζητάμε βοήθεια από τον Θεό , θα σπάζουμε τα μούτρα μας. Ενώ, όταν ζητάμε την θεία βοήθεια , ο Χριστός μας δένει με ένα σχοινάκι και μας συγκρατεί. Φυσάει ο αέρας από εδώ-εκεί ,αλλά, επειδή είμαστε δεμένοι, δεν κινδυνεύουμε. Όταν όμως ο άνθρωπος δεν καταλαβαίνει ότι ο Χριστός είναι που τον κρατάει, λύνεται πλέον από το σχοινάκι και τον χτυπούν οι άνεμοι από δω κι από κει και ταλαιπωρείται.

Να ξέρετε, μόνον τα πάθη και οι αμαρτίες είναι δικές μας . Ό,τι καλό κάνουμε είναι από τον Θεό, ό,τι ανοησίες κάνουμε είναι δικές μας. Λίγο η Χάρις του Θεού να μας αφήση, τίποτε δεν μπορούμε να κάνουμε. Όπως στην φυσική ζωή , λίγο το οξυγόνο να μας πάρη ο Θεός ,αμέσως θα πεθάνουμε, έτσι και στην πνευματική ζωή , λίγο αν μας αφαιρέση την θεία Χάρη, πάει, χαθήκαμε. Μια φορά ένιωθα στην προσευχή μια αγαλίαση. Ώρες στεκόμουν όρθιος και δεν ένιωθα καθόλου κούραση . Όσο προσευχόμουν, ένιωθα μια γλυκιά ξεκούραση ,κάτι που δεν μπορώ να το εκφράσω. Ύστερα μου πέρασε ένας λογισμός ανθρώπινος : Επειδή μου λείπουν δυο πλευρά και εύκολα κρυώνω, σκέφθηκα, για να μην χάσω αυτήν την κατάσταση και να προχωρήσω όσο πάει, να πάρω ένα σάλι, να τυλιχθώ, μήπως αργότερα κρυώσω. Μόλις δέχθηκα αυτόν τον λογισμό, αμέσως σωριάστηκα κάτω. Έμεινα πεσμένος κάτω μισή ώρα περίπου και μετά μπόρεσα να σηκωθώ να πάω στο κελλί να ξαπλώσω. Προηγουμένως ,όσο προχωρούσα στην προσευχή ,ένιωθα σαν ένα πούπουλο , ένα ελάφρωμα ,μια αγαλίαση, που δεν εκφράζεται. Μόλις όμως δέχθηκα αυτόν τον λογισμό, σωριάσθηκα κάτω. Αν έφερνα έναν υπερήφανο λογισμό και έλεγα λ.χ. « ζήτημα είναι ,αν υπάρχουν δύο-τρεις σε τέτοια κατάσταση » , τότε είναι που θα πάθαινα ζημιά. Σκέφθηκα ανθρώπινα ,όπως σκέφτεται ο κουτσός να πάρη τα δεκανίκια του , όχι δαιμονικά. Ήταν ένας φυσικός λογισμός , αλλά και πάλι είδες τι έπαθα.

Το μόνο που έχει ο άνθρωπος είναι μια διάθεση και ανάλογα με αυτήν τον βοηθάει ο Θεός. Για αυτό λέω, όσα αγαθά έχουμε είναι δώρα του Θεού. Τα έργα μας είναι μηδέν και οι αρετές μας είναι μια συνέχεια από μηδενικά. Εμείς θα προσπαθούμε να προσθέτουμε συνέχεια μηδενικά και να παρακαλούμε τον Χριστό να βάλη την μονάδα στην αρχή, για να γίνουμε πλούσιοι. Εάν δεν βάλη τη μονάδα ο Χριστός στην αρχή, χαμένος ο κόπος.

Πηγή: βιβλίο "ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ", ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β΄)

Λογισμοί του αγιασμένου ανθρώπου....


Όποιος κάνει λεπτή εργασία, δικαιολογεί τον άλλον και όχι τον εαυτό του.

Και όσο προχωρεί πνευματικά, τόσο ελευθερώνεται και τόσο αγαπά τον Θεό και τους ανθρώπους.

Τότε δεν μπορεί να καταλάβει τι θα πει κακία, γιατί όλο καλούς λογισμούς έχει για τους άλλους και όλο αγνά σκέφτεται και τα βλέπει όλα πνευματικά, άγια.

Ωφελείται ακόμη και από τις πτώσεις των συνανθρώπων του, τις οποίες χρησιμοποιεί για γερό φρένο στον εαυτό του, για να προσέχη να μην εκτροχιασθή.

Αντίθετα, ένας που δεν έχει εξαγνισθεί, σκέφτεται πονηρά και βλέπει όλα τα πράγματα πονηρά.

Ακόμη και τα καλά τα μολύνει με την πονηρία του.

Δεν ωφελείται ούτε και από τις αρετές των άλλων, γιατί είναι σκοτισμένος από την μαυρίλα του ανθρωποκτόνου, οπότε και αυτές τις ερμηνεύει με το πονηρό του λεξικό.

Πάντα είναι στενοχωρημένος και πάντα στενοχωρεί τους συνανθρώπους του με την πνευματική του αυτή μαυρίλα.

Αν θέλει να ελευθερωθεί, πρέπει να καταλάβει ότι έχει ανάγκη από εξαγνισμό, για να έρθει και η διαύγεια η πνευματική, η κάθαρση του νου και της καρδιάς.

Λόγοι Γ΄ Πνευματικός Αγώνας, γ. Παϊσίου Αγιορείτου

Οι σχέσεις με τους συγγενείς και τους φίλους


Γέροντα, κάποια κυρία ρώτησε τι να κάνη με τις δυό ξαδέλφες της που ζουν χρόνια παρασιτικά εις βάρος της.

- Τι θέλει; Να κάνουμε τώρα καινούριο Ευαγγέλιο; Από αυτήν ζητάει ο Θεός να τις βοηθάη και Εκείνος θα κάνη ό, τι συμφέρει στην ψυχή τους.

- Γέροντα, όταν ανάμεσα σε συγγενείς δημιουργηθή μια παρεξήγηση , πρέπει να τους πη κανείς κάτι, για να τους βοηθήση;

- Ναι, πρέπει να πη κάτι με τρόπο , γιατί αν σιωπήση, ίσως κάνει κακό. Αν τον παρεξηγήσουν, να πάη ξανά και να τους πη : « να με συγχωρήσετε που σας στεναχώρησα », και στο εξής να τους αφήση και να προσεύχεται για αυτούς.

Όποιος θέλει να ζήση ειρηνικά , πρέπει να προσέξη ιδιαίτερα τις σχέσεις του με συγγενείς και φίλους. Να μην ξεγελιέται από την ευγένεια που ίσως συναντά. Η κοσμική ευγένεια μπορεί να κάνη πολύ κακό, γιατί έχει υποκρισία. Η εξωτερική συμπεριφορά μπορεί να παρουσιάζη έναν τέλειο άγιο, αλλά, όταν αποκαλυφθή ο εσωτερικός του κόσμος, να είναι τελείως το αντίθετο.

- Όταν , Γέροντα, νιώθη κανείς την καλωσύνη του άλλου, είναι σωστό να εκφράζεται για αυτήν;

- Αν είναι πολύ δικός του άνθρωπος, δεν χρειάζεται, γιατί και αυτός κάποτε θα τον είχε εξυπηρετήσει, αλλά και νιώθει την εσωτερική ευγνωμοσύνη που υπάρχει. Αν όμως δεν είναι δικός του άνθρωπος, τότε, με όποιον τρόπο μπορεί , ας εκφράση την ευγνωμοσύνη του . Στους « ξένους » λέμε « ευχαριστώ » . Εάν θελήση λ.χ. ένα παιδί να εκφράση την ευγνωμοσύνη του στους γονείς του , δεν πρέπει να κάνη άλλη δουλειά από το να τους λέη συνέχεια, μέρα - νύχτα « ευχαριστώ » για όσα κάνουν για αυτό.

Πολύ βοηθάει το να είναι κανείς απλός στις σχέσεις του με τους άλλους, να έχη για αυτούς πάντοτε καλό λογισμό και να μην παίρνη όλους τους ανθρώπους στα σοβαρά. Να αποφεύγη τις συζητήσεις που γίνονται δήθεν για πνευματική ωφέλεια και φέρνουν μάλλον πονοκέφαλο. Να μην περιμένη πνευματική κατανόηση από ανθρώπους που δεν πιστεύουν στον Θεό. Καλύτερα να εύχεται για αυτούς να τους συγχωρήση ο Θεός και να τους φωτίση. Να μιλάη στον καθέναν με την δική του γλώσσα και να μην φανερώνη τις μεγάλες αλήθειες που πιστεύει και ζη, γιατί δεν θα τον καταλάβουν, επειδή μιλάει σε άλλη συχνότητα και σε διαφορετικό μήκος κύματος.

Μερικοί λένε: « θέλω να γνωρίσουν και οι άλλοι τον Χριστό, όπως Τον γνώρισα κι εγώ » , και κάνουν τον δάσκαλο στους άλλους. Πρέπει όμως η ζωή τους να συμβαδίζει με αυτά που διδάσκουν. Όταν με την ζωή τους διδάσκουν άλλον Χριστό και δεν ανταποκρίνωνται σε αυτά που λένε, τότε δεν μπορούν να πουν ότι γνώρισαν τον Χριστό. Και αν κανείς δεν έχη βιώματα , θα είναι έξω από την πραγματικότητα και, αργά ή γρήγορα, θα τον προδώση ο εαυτός του. Όταν με πόνο και αληθινή αγάπη πλησιάσουμε κάποιον , τότε η αληθινή αυτή αγάπη του Χριστού αλλοιώνει τον πλησίον μας. Ο άνθρωπος που έχει αγιότητα, όπου κι αν βρεθή , δημιουργεί κατά κάποιο τρόπο γύρω του ένα ηλεκτρομαγνητικό πνευματικό πεδίο και επηρεάζει όσους βρίσκονται μέσα σε αυτό. Βέβαια, πρέπει να προσέχουμε να μη σπαταλάμε την αγάπη μας και να μην δίνουμε την καρδιά μας εύκολα , γιατί μερικές φορές μερικοί εκμεταλλεύονται την δική μας καρδιά και μας την κάνουν κιμά ή άλλοτε δεν μπορούν να μας καταλάβουν και μας παρεξηγούν.

Από το βιβλίο «Οικογενειακή ζωή» ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ - ΛΟΓΟΙ Δ'


O Γέροντας Παϊσιος για τη δύναμη τής Εξομολογήσεως: Αλλαγή πνευματικού!

- Γέροντα, όταν κανείς αναγκασθή για κάποιον λόγο να αλλάξη πνευματικό, χρειάζεται να εξομολογηθή πάλι αμαρτίες που έχει εξομολογηθή;

- Καλά είναι να ενημερώση τον καινούργιο πνευματικό, όπως ο ασθενής, όταν αλλάζη γιατρό, λέει πάλι το ιστορικό του, για να μπορέση ο γιατρός να τον βοηθήση καλύτερα.

- Γέροντα, όταν κάποιος θέλη να αλλάξη πνευματικό και μας ρωτάη αν είναι σωστό, τι πρέπει να πούμε;

- Να πάρη ευλογία από τον πνευματικό του. Δεν είναι καλό να αλλάζη κανείς εύκολα πνευματικό. Μια οικοδομή δεν θα γίνη ποτέ σωστή, αν αλλάζουν συνέχεια οι μηχανικοί και οι οικοδόμοι.

Παλιά πήγαιναν οι άνθρωποι σε Γέροντες, για να ζητήσουν συμβουλή για ένα θέμα που τους απασχολούσε και να βοηθηθούν. Σήμερα πολλοί δεν πάνε για συμβουλή, αλλά για να δικαιολογήσουν τον εαυτό τους ή για να πουν ότι συμβουλεύτηκαν και τον τάδε Γέροντα. «Πήγα στον τάδε και στον τάδε, ρώτησα και τον πατέρα Παϊσιο γι' αυτό το θέμα», λέει ο άλλος, και εγώ μπορεί να τον μάλωσα ή να ήρθε μέχρι την πόρτα και να μη χτύπησε! Έτσι καταλήγουν να γυρίζουν από τον έναν πατέρα στον άλλον, χωρίς να έχουν κάποιον μόνιμο πνευματικό, με αποτέλεσμα να μπερδεύωνται.

Άλλοι πάλι κάνουν ένα σφάλμα και δεν πάνε να το πουν στον πνευματικό τους, αλλά πάνε και το λένε σε άλλον πνευματικό, για να μη χάσουν την αξιοπρέπειά τους. Μετά από λίγο καιρό κάνουν το ίδιο σφάλμα και το λένε σε άλλον, ύστερα σε άλλον, και τελικά παρουσιάζονται στον έναν πνευματικό ότι το έκαναν μια φορά, στον άλλο μια φορά, και έτσι συνεχίζουν να σφάλλουν και μένουν αδιόρθωτοι.

Είναι και μερικοί, έχω παρατηρήσει, οι οποίοι αποφεύγουν να πουν κάτι στον πνευματικό τους, αν και ξέρουν ότι θα τους βοηθήση και δεν πρόκειται να το διαδώση, και το λένε σε κάποιον γνωστό τους, που δεν μπορεί να τους βοηθήση και που σίγουρα θα το πη και σε άλλους. Θυμάμαι, όταν ήμουν αρχάριος μοναχός στο Κοινόβιο[ii], είχε έρθει κάποιος να κοινοβιάση. Κάθησε ένα διάστημα και μετά είχε λογισμούς να φύγη.Στον ηγούμενο δεν πήγε να πη τους λογισμούς του ούτε σε κανέναν άλλον πνευματικό πατέρα, αλλά τα είπε σε έναν εργάτη από την Ιερισσό, που εργαζόταν στο μοναστήρι. Ήμουν και εγώ εκεί κοντά, όταν του τα έλεγε· καθάριζα κρεμμύδια έξω από την κουζίνα. ’ρχισε λοιπόν από δύο μέτρα πιο πέρα να του κάνη εξομολόγηση δυνατά.

«Μετάνοιωσα που έγινα μοναχός». «Όταν ήρθες, δεν δοκίμασες;», τον ρωτάει ο εργάτης. «Δοκίμασα δύο χρόνια». «Καλά, γιατί δεν έφυγες νωρίτερα;». «Να, δεν έφυγα». «Με το ζόρι σε έκαναν καλόγερο;». «Όχι, ήθελα και εγώ». «Καλά, του λέει, τα είπες αυτά στον ηγούμενο;». «Όχι», του απαντά. «Σ' εμένα που τα λες, τι θα ωφεληθής;», του λέει. Του είχε πει ολόκληρο το ιστορικό του. Βλέπετε; Στον ηγούμενο που έπρεπε να τα πη, για να βοηθηθή, δεν τα είπε και πήγε να εξομολογηθή στον εργάτη. Και εκείνος θα τα έλεγε το Σαββατοκύριακο στο καφενείο στην Ιερισσό, για να γελάσουν, και θα γέμιζε το χωριό. Και να πης πως ήταν λειψός; Ξέρετε πόσα λεξικά είχε; Τα αρχαία ελληνικά τα ήξερε απταίστως.

- Γέροντα, μπορεί ένας λαϊκός να ρωτήση για ένα πρόβλημά του ή για έναν πειρασμό του κάποιον πνευματικό αδελφό του, αν ο πνευματικός του απουσιάζη;

- Δεν μπορεί να τηλεφωνήση στον πνευματικό του; Ο αδελφός άλλοτε μπορεί να βοηθήση και άλλοτε δεν μπορεί να βοηθήση ή, παρά την καλή του διάθεση, μπορεί ακόμη και να τον βλάψη. Σε μια ανάγκη με ένα τηλεφώνημα στον πνευματικό βολεύονται τα πράγματα. Και αν δεν μπορή να επικοινωνήση με τον πνευματικό του και είναι κάτι σοβαρό και επείγον, ας ρωτήση έναν άλλον πνευματικό. Καλά είναι να τον έχη ρωτήσει εκ των προτέρων ποιον πνευματικό μπορεί να συμβουλευθή σε τέτοια περίπτωση, ώστε να πάη σε κάποιον που έχει το ίδιο πνεύμα, Γιατί κάθε μοναχός έχει δικό του σχέδιο. Μπορεί να είναι καλό και το ένα σχέδιο και το άλλο, αλλά είναι διαφορετικά....

Πηγή: Από το βιβλίο: "Γέροντος Παϊσίου Λόγοι", Τόμος Γ΄.


- Γέροντα, ποιά σημασία έχει το κομποσχοίνι;

- Το κομποσχοίνι είναι μια κληρονομιά, μια ευλογία, που μας έχουν αφήσει οι Άγιοι Πατέρες μας. Και μόνο γι’ αυτό έχει μεγάλη αξία.

Βλέπεις, σε κάποιον αφήνει ο παππούς του μια κληρονομιά ένα ασήμαντο πράγμα και το έχει μετά σαν φυλαχτό, πόσο μάλλον το κομποσχοίνι που μας το άφησαν κληρονομιά οι Άγιοι Πατέρες!

Παλιά, που δεν υπήρχαν ρολόγια, οι μοναχοί μετρούσαν την ώρα της προσευχής με το κομποσχοίνι, αλλά οι κόμποι του κομποσχοινιού ήταν απλοί.

Κάποτε ένας ασκητής έκανε πολύ αγώνα, πολλές μετάνοιες κ.λπ., και ο διάβολος πήγαινε και έλυνε τους κόμπους του κομποσχοινιού του.

Έκανε – έκανε μετάνοιες ο καημένος και απέκαμε, γιατί δεν μπορούσε να τις μετρά, αφού ο διάβολος του έλυνε συνέχεια τους κόμπους. Τότε παρουσιάσθηκε Άγγελος Κυρίου και του δίδαξε πώς να πλέκη τους κόμπους, ώστε σε κάθε κόμπο να σχηματίζωνται εννέα σταυροί.

Ο διάβολος μετά, ο οποίος τρέμει τον σταυρό, δεν μπορούσε να τους λύση. Έτσι κάθε κόμπος του κομποσχοινιού έχει εννέα σταυρούς, που συμβολίζουν τα εννέα τάγματα των Αγγέλων.

- Γέροντα, τι σημαίνουν οι τριάντα τρεις, οι πενήντα, οι εκατό και οι τριακόσιοι κόμποι που έχουν τα κομποσχοίνια;

- Μόνον ο αριθμός τριάντα τρία είναι συμβολικός συμβολίζει τα τριάντα τρία χρόνια που έζησε ο Χριστός επάνω στην γη. Οι άλλοι αριθμοί απλώς μας βοηθούν να μετράμε τις μετάνοιες που κάνουμε ή πόσες φορές θα πούμε την ευχή.

Μερικές μηχανές έχουν ένα σχοινί με μια χειρολαβή στην άκρη και, όταν θέλης να τις βάλης μπρος, τραβάς μερικές φορές το σχοινί με δύναμη, μέχρι να ξεπαγώσουν τα πνευματικά λάδια. Έτσι και το κομποσχοίνι είναι το σχοινί το οποίο τραβάμε μία - δύο - πέντε - δέκα φορές και ξεπαγώνουν τα πνευματικά λάδια και παίρνει μπρος η πνευματική μηχανή της αδιάλειπτου προσευχής, οπότε δουλεύει μετά μόνη της η καρδιά στην ευχή.

Αλλά, και όταν η καρδιά πάρη μπρος στην ευχή, και πάλι δεν πρέπει να καταργήσουμε το κομποσχοίνι, για να μην παρακινηθούν και άλλοι να το καταργήσουν, ενώ δεν πήρε ακόμη μπρος η καρδιά τους στην ευχή.

- Όταν, Γέροντα, κρατώ το κομποσχοίνι μου και λέω την ευχή μηχανικά, μήπως υπάρχει κίνδυνος ανθρωπαρέσκειας;

- Αν κάνης κομποσχοίνι εξωτερικά από ανθρωπαρέσκεια, ακόμη και τα χέρια σου να ξεφλουδίσης, σε τίποτε δεν θα σε ωφελήση. Μόνον κούραση θα σου φέρη και την ψευδαίσθηση ότι δήθεν ασχολείσαι με την νοερά προσευχή.

- Γέροντα, εγώ δεν έχω συνηθίσει να κρατώ κομποσχοίνι.

- Το κομποσχοίνι να το κρατάς, για να μην ξεχνάς την ευχή, την οποία πρέπει να εργάζεσαι εσωτερικά, στην καρδιά. Όταν μάλιστα βγαίνης από το κελλί σου, να θυμάσαι ότι ο εχθρός είναι έτοιμος για επίθεση. Γι’ αυτό, να μιμήσαι τον καλό στρατιώτη που βγαίνοντας από το πολυβολείο έχει πάντοτε «ανά χείρας» το αυτόματο όπλο. Το κομποσχοίνι έχει μεγάλη δύναμη είναι το όπλο του μοναχού και οι κόμποι είναι σφαίρες, που θερίζουν τα ταγκαλάκια.

«Περί Προσευχής»
Λόγοι ζ'

Γ. Παΐσιος: Όσο ξεχνάμε τον εαυτό μας, τόσο μας θυμάται ό Θεός

Όποιος έχει θυσία καί πίστη στον Θεό, δέν ύπολογίζει τόν εαυτό του. Ό άνθρωπος, όταν δέν καλλιεργήση το πνεύμα της θυσίας, σκέφτεται μόνον τόν εαυτό του και θέλει όλοι νά θυσιάζωνται γι’ αυτόν.

Άλλα όποιος σκέφτεται μόνον τόν εαυτό του, αυτός απομονώνεται καί από τους ανθρώπους, απομονώνεται καί από τόν Θεό - διπλή απομόνωση -, οπότε δέν δέχεται θεία Χάρη. Αυτός είναι άχρηστος άνθρωπος. Καί νά δήτε, αυτόν πού σκέφτεται συνέχεια τόν εαυτό του, τίς δυσκολίες του κ.λπ., καί ανθρωπίνως κανείς δέν θά του συμπαρασταθη σέ μιά ανάγκη.Καλά, θεϊκή συμπαράσταση δέν θά έχη, αλλά δέν θά έχη καί ανθρώπινη. Μετά θά προσπαθη από έδώ-άπό εκεί νά βοηθηθή.

Θά βασανίζεται δηλαδή, γιά νά βοηθηθή από ανθρώπους, άλλα βοήθεια δέν θά βρίσκη. Αντίθετα, όποιος δέν σκέφτεται τόν εαυτό του, αλλά σκέφτεται συνέχεια τους άλλους, μέ τήν καλή έννοια, αυτόν τόν σκέφτεται συνέχεια ό Θεός, καί μετά τόν σκέφτονται καί οί άλλοι. Όσο ξεχνάει τόν εαυτό του, τόσο τόν θυμάται ό Θεός.

Νά, μιά ψυχή φιλότιμη μέσα σέ ένα Κοινόβιο θυσιάζεται, δίνεται κ.λπ. Αυτό, νομίζετε, δέν έχει πέσει στην αντίληψη τών άλλων; Μπορεί νά μήν τήν σκεφθούν οί άλλοι αυτήν τήν ψυχή πού δίνεται ολόκληρη καί δέν σκέφτεται τόν εαυτό της; Μπορεί νά μήν τήν σκεφθή ό Θεός; Μεγάλη υπόθεση! Έδώ βλέπει κανείς τήν ευλογία του Θεού, πώς εργάζεται ό Θεός.

Στις δυσκολίες δίνει εξετάσεις ό άνθρωπος. Έκεί φαίνεται αν έχη πραγματική αγάπη, θυσία. Καί όταν λέμε ότι ένας έχει θυσία, εννοούμε ότι τήν ώρα του κινδύνου δέν υπολογίζει τόν εαυτό του καί σκέφτεται τους άλλους. Βλέπεις, καί ή παροιμία λέει «ό καλός φίλος στην ανάγκη φαίνεται». Θεός φυλάξοι, άν λ.χ. τώρα έπεφταν βόμβες, θά φαινόταν ποιος σκέφτεται τόν άλλον καί ποιος σκέφτεται τόν εαυτό του. Όποιος όμως έχει μάθει νά σκέφτεται μόνον τόν εαυτό του, σέ μιά δυσκολία πάλι τόν εαυτό του θά σκέφτεται, καί ό Θεός δέν θά τόν σκέφτεται αυτόν τόν άνθρωπο. Όταν από τώρα δέν σκέφτεται κανείς τόν εαυτό του άλλα σκέφτεται τους άλλους, και στον κίνδυνο τους άλλους Θά σκεφθη. Τότε ξεκαθαρίζουν ποιοι έχουν πραγματικά θυσία και ποιοί είναι φίλαυτοι.

Άν δεν άρχίση κανείς νά κάνη από τώρα καμμιά θυσία, νά θυσιάση μιά επιθυμία, έναν εγωισμό, πώς θά φθάση νά θυσιάση την ζωή του σε μιά δύσκολη στιγμή; "Αν τώρα σκέφτεται τόν κόπο και κοιτάη νά μήν κοπιάση λίγο παραπάνω άπό έναν άλλο σε μιά δουλειά, πώς θά φθάση στην κατάσταση νά τρέχη νά σκοτωθή αυτός, γιά νά μή σκοτωθή ό άλλος; Άν τώρα γιά μικρά πράγματα σκέφτεται τόν εαυτό του, τότε πού θά κινδυνεύη ή ζωή του, πώς θά σκεφθη τόν άλλον; Τότε θά είναι πιο δύσκολα. Αν έρθουν δύσκολα χρόνια και εχη λ.χ. ό διπλανός του πυρετό και τόν δη νά πέση στον δρόμο, θά τόν άφήση καί θά φύγη. Θά πή: «Νά πάω νά ξαπλώσω, μήν πέσω καί εγώ».

Στον πόλεμο παλεύει ή ζωή ή δική σου με τήν ζωή τοΰ άλλου. Λεβεντιά είναι νά τρέχη ό ένας νά γλυτώση τόν άλλον. Όταν δεν ύπάρχη θυσία, ό καθένας πάει νά γλυτώση τόν εαυτό του. Καί είναι παρατηρημένο· όποιος πάει στον πόλεμο νά ξεφύγη, τόν βρίσκει εκεί ή οβίδα. Πάει δήθεν νά γλυτώση καί σπάζει τά μούτρα του. Γι' αυτό νά μήν κοιτάζη κανείς νά ξεφύγη, καί ιδίως όταν αυτό είναι εις βάρος τών άλλων. Θυμάμαι ένα περιστατικό άπό τόν Αλβανικό πόλεμο.

Ένας στρατιώτης είχε μιά πλάκα, γιά νά προστατεύη το κεφάλι του. Έν τω μεταξύ χρειάσθηκε νά πάη λίγο πιο πέρα καί τήν ακούμπησε κάτω. Πάει αμέσως ό διπλανός του καί τήν παίρνει. Σού λέει: «Ευκαιρία είναι, θά τήν πάρω εγώ τώρα». Τήν ίδια στιγμή, τάκ, πέφτει ό όλμος επάνω του, τόν διέλυσε. Αυτός έβλεπε τά πυρά πού έπεφταν καί πήρε τήν πλάκα, γιά νά γλυτώση· δεν υπολόγισε τόν άλλον πού θά γύριζε πάλι. Σκέφθηκε μόνον τόν εαυτό του καί δικαιολόγησε κάπως καί τήν πράξη του: «Αφού πήγε λίγο πιο πέρα ό άλλος, μπορώ νά τήν πάρω τήν πλάκα». Ναί, έφυγε, άλλα ή πλάκα ήταν δική του. Ένας άλλος, όσο συνεχιζόταν ό πόλεμος, προσπαθούσε να γλυτώση. Κανέναν δεν υπολόγιζε.

Οί άλλοι βοηθούσαν, αυτός καθόταν στο σπίτι του. Κοίταζε μέχρι την τελευταία ώρα πού δυσκόλεψαν τα πράγματα να ξεφύγη. Αργότερα, όταν είχαν έρθει οί Άγγλοι, πήγε στο στρατόπεδο, παρουσιάσθηκε στον Ζέρβα καί, επειδή είχε και αμερικανική υπη- κοότητα, βρήκε ευκαιρία καί έφυγε γιά τήν Αμερική. Μόλις όμως έφθασε εκεί, πέθανε! Ή γυναίκα του ή καημένη έλεγε: «Πήγε να ξεφύγη από τον Θεό!». Αυτός πέθανε, ενώ άλλοι πού πήγαν καί στον πόλεμο έζησαν.

Γ. Παΐσιος: Στόχος των δυσβάστακτων μέτρων η επιβολή του τέλειου ηλεκτρονικού οικονομικού ελέγχου!

Διαβάστε τα λόγια του γέροντα Παϊσίου και θαυμάστε με τι εκπληκτική ακρίβεια αυτός ο άγιος άνθρωπος είχε προβλέψει όλα όσα ζούμε σήμερα…

«Επέβαλαν (και θα επιβάλλουν) στη χώρα μας ένα πολύ μεγάλο εξωτερικό δημόσιο χρέος, τόσο μεγάλο που, όχι μόνον να μη μπορούμε να το ξεχρεώσουμε, αλλά ούτε τους τόκους αυτού του δανείου να μην προλαβαίνουμε», με αυτό καταφέρνουν με εύλογη δικαιολογία να επιβάλλουν στο λαό ένα οικονομικό πρόγραμμα εξόντωσης, έως εσχάτων. Θα επιβάλλουν συνεχώς νέα οικονομικά μέτρα, δυσβάστακτα, φόρους ασήκωτους και πάρα πολλά άλλα μέτρα, έτσι ώστε να κάνουν το λαό να αγανακτήσει.

Και τι θα πετύχουν με αυτό; Ακούστε : «Ο λαός, καταπιεζόμενος από τα δυσβάστακτα οικονομικά μέτρα, θα ζητάει κάποια στιγμή να ξανασάνει, αλλά αυτή τη στιγμή δεν πρόκειται να του τη χαρίσουν ποτέ, παρά μόνον έως ότου σκύψει το κεφάλι του εντελώς στο έδαφος, δηλώνοντας τέλεια υποταγή στο καινούργιο τους σύστημα. Θα λένε:

Έχετε δίκιο που διαμαρτύρεσθε, όμως έχετε μεγάλο εξωτερικό χρέος και αυτοί που έχουν πολλά λεφτά φοροδιαφεύγουν», για να μη σας επιβάλλουμε άδικα μεγάλους φόρους κτλ,πρέπει να αποδεχθείτε το τέλειο σύστημα ηλεκτρονικού οικονομικού ελέγχου.

Έτσι ώστε να βλέπουμε ποιοι είναι οι νομοταγείς πολίτες και ποιοι οι φοροφυγάδες. Ταυτόχρονα θα παρέχουν μέσω του ηλεκτρονικού οικονομικού συστήματος πολλές διευκολύνσεις.

π. Παΐσιος, αγιορείτη ιερομονάχου Χριστοδούλου Αγγελόγλου, από το βιβλίο του «Σκεύος εκλογής»



Γέροντας Παΐσιος: «Είδες ποτέ σάβανο με τσέπες;»


«Φοβάμαι πως το πολύ χρήμα μας έχει κάνει ζημιά»

Κάποτε ήλθε εδώ ένας πολύ γνωστός γιατρός για να μιλήσουμε. Ήταν και η γυναίκα του γιατρός, θρησκευόμενοι άνθρωποι και οι δύο.

Παραπονιόταν ότι τα παιδιά του ζούσαν κοσμική ζωή και όχι μόνο δεν τηρούσαν τις εκκλησιαστικές παραδόσεις της οικογένειας τους, αλλά και τις ειρωνεύονταν.

Χαρακτήριζαν τους χριστιανούς καθυστερημένους, βολεμένους, ανειλικρινείς, υποκριτές και θεομπαίχτες, επειδή η ζωή τους -έλεγαν- δεν συμβαδίζει με τα λόγια τους και τα έργα τους δεν είναι χριστιανικά.

Ακόμη και στο ευχέλαιο, που οι γονείς κάνουν μία φορά το χρόνο στο σπίτι τους και τα παιδιά, όσο ήταν μικρά συμμετείχαν, τώρα αντιδρούν και δεν παρευρίσκονται.

Ο γιατρός έδειχνε πολύ κουρασμένος και απελπισμένος για την πνευματική αδράνεια των παιδιών του. Και νόμιζε ότι όλες οι προσπάθειες, οι δικές του και της γυναίκας του πήγαν χαμένες, δεν έπιασαν τόπο, δεν άγγιξαν τα παιδιά.

Σε κάποια στιγμή ο γιατρός, βάζοντας το κεφάλι μέσα στις δυο του παλάμες, σαν να ήθελε να καλύψει το πρόσωπό του από ντροπή, μου είπε: Φοβάμαι πως το πολύ χρήμα μας έχει κάνει ζημιά.

Τον ρώτησα να μου πει, τί εννοούσε και εκείνος με απόλυτη ειλικρίνεια παραδέχτηκε ότι είχαν ξεφύγει από το μέτρο κι είχαν αποκτήσει περιουσιακά στοιχεία απολύτως μη αναγκαία.

Έχουμε τρία μεγάλα σπίτια, μου είπε. Ένα για μας και από ένα για το κάθε παιδί. Επίσης, δυό εξοχικά, τέσσερα ακριβά αυτοκίνητα, ένα σκάφος, καταθέσεις, πολλά υλικά. Και συνέχισε: τα παιδιά κακόμαθαν και τώρα μας κατηγορούν ότι προκαλούμε.

Επίσης, μας λένε ότι έχουμε παντρέψει πολύ όμορφα τον πλούτο και τον Χριστιανισμό. Και με παρακάλεσε να του πω τί πρέπει να κάνει για να βρουν πάλι την ειρήνη και την ενότητα στην οικογένεια τους.

Του είπα να τα δώσουν όλα στους φτωχούς και να κρατήσουν μόνο ένα σπίτι, ένα εξοχικό και τους μισθούς τους. Τρόμαξε, άλλαξε χρώμα, φοβήθηκε, απογοητεύθηκε από την απάντηση που του έδωσα.

Έφυγε και δεν ξαναήλθε. Είχε δεθεί με τα εδώ, όχι τα Άνω. Γι’ αυτό και τα παιδιά του αναζήτησαν άλλο τρόπο ζωής, διαφορετικό από αυτόν που οι γονείς τους είχαν προτείνει.

Όταν ακούω ότι υπάρχει μεγάλη φτώχεια, ανέχεια, πονάω πολύ και δεν μπορώ να προσευχηθώ.

Δεν λέω, όταν έχεις δύο χιτώνες να δώσεις τον ένα. Αυτό είναι ασυνήθιστο και δύσκολο για τους πολλούς.Αλλά, αν θέλεις να λέγεσαι χριστιανός και κατέχεις όλα τα αγαθά του Θεού, γιατί ιδρώνεις και αγωνιάς για το παραπάνω και δεν κάνεις ελεημοσύνες και καλά έργα; Να ξέρεις, ότι θεμελιώνει στην άμμο, όποιος έχει πολλά χρήματα και τα διαχειρίζεται εγωιστικά, αδιαφορώντας για τη φτώχεια και τη δυστυχία των συνανθρώπων του.

Είδες ποτέ σάβανο με τσέπες; Όλα εδώ μένουν. Μόνο οι αγαθοεργίες πηγαίνουν στον ουρανό. Ξέρεις γιατί γίνονται οι πόλεμοι; Για το χρήμα.. Γιατί οι πλούσιοι δεν μπορούν να βάλουν χαλινάρι στη λαιμαργία τους και οι φτωχοί δεν εύχονται να αποκτήσουν τα αναγκαία, αλλά ζηλεύουν τα πλούτη και τη δόξα των πλουσίων.

Οι τσέπες σας πρέπει να είναι ανοιχτές, ώστε να φεύγουν τα χρήματα για φιλανθρωπίες. Είναι σκάνδαλο να υπάρχουν τσέπες γεμάτες λεφτά και να είναι ραμμένες.

Τάσου Μιχαλά, «Τέσσερις ώρες με τον π. Παΐσιο»


Χάσανε οι άνθρωποι την υπομονή τους

- Η σημερινή κατάσταση δεν βοηθάει τον κόσμο. Άλλοτε η ζωή ήταν ήρεμη και οι άνθρωποι ήταν ήρεμοι και η βιασύνη που μπήκε στον κόσμο έκανε τους ανθρώπους ανυπόμονους. Παλιά ήξερε κανείς ότι θα φάη ντομάτα τέλη Ιουνίου, δεν τον απασχολούσε. Περίμενε τον Αύγουστο να φάη καρπούζι.

Ήξερε, τότε θα φάη σύκα, τότε θα φάει πεπόνι. Σήμερα τι γίνεται; θα πάει να φέρει ντομάτες από την Αίγυπτο νωρίτερα, δεν θέλει πορτοκάλλια που έχουν τις ίδιες βιταμίνες. "Βρε, παιδάκι μου, κάνε υπομονή και φάε κάτι άλλο τώρα". Όχι, θα πάει καλά και σώνει να φέρει από την Αίγυπτο ντομάτες.
Σαν είδαν έτσι, άρχισαν στην Κρήτη να βάζουν θερμοκήπια, για να βγάλουν νωρίτερα ντομάτες.

Και τελικά έφτιαξαν παντού θερμοκήπια, για να τρώνε και τον χειμώνα ντομάτες. Σκοτώνονται να φτιάξουν θερμοκήπια με όλα τα είδη, για να έχουν από όλα όλες τις εποχές και να μην περιμένουν!

Εντάξει μέχρις εκεί! Αλλά προχωράνε και πιο πέρα. Αποβραδίς είναι πράσινες οι ντομάτες και το πρωί τις παρουσιάζουν κόκκινες, φουσκωμένες! Έβαλα τις φωνές σε έναν υπουργό: "Τέλος πάντων τα θερμοκήπια, του λέω.

Αλλά να βάζουν ορμόνες, για να ωριμάζουν σε μια νύχτα τα φρούτα, οι ντομάτες κ.λπ., και όσοι έχουν μια ορμονική ευαισθησία, οι καημένοι, να παθαίνουν ζημιά;" Και τα ζώα τα έχουν καταστρέψει. Τι κοτόπουλα, τι μοσχάρια! Αυτά που είναι σαράντα ημερών, τα κάνουν έξι μηνών με τις ορμόνες.

Τα τρώει ο άνθρωπος και τι θα ωφεληθεί από αυτά; Συνέχεια ορμόνες, για να βγάζουν περισσότερο γάλα οι αγελάδες και τελικά οι παραγωγοί δεν μπορούν να το διαθέσουν. Απεργίες μετά, χύνουν το γάλα στους δρόμους, γιατί πέφτει η τιμή, και ο κόσμος πίνει γάλα ορμονούχο. Ενώ, αν τα άφηναν όπως τα έκανε ο Θεός, όλα θα πήγαιναν ομαλά και θα έπιναν και αγνό γάλα.

Και με τις ενέσεις όλα άνοστα γίνονται. Άνοστα πράγματα, άνοστοι άνθρωποι, όλα άνοστα! Δεν έχει νοστιμάδα και η ζωή τους τώρα. Ρωτάς νέα παιδιά: "Τι σε αναπαύει;" "Τίποτε", σου λένε. Κοτζάμ παλληκάρια! "Τι σε ευχαριστεί να κάνεις;" "Τίποτε". Πού φθάνει ο άνθρωπος! Νομίζει ότι θα διορθώσει τον Θεό μ' αυτά που κάνει! Την νύχτα την κάνουν ημέρα, για να γεννούν οι κότες. Και είδες κάτι αυγά; Αν έκανε ο Θεός το φεγγάρι να φέγγη σαν τον ήλιο, θα παλάβωναν οι άνθρωποι. Ενώ ο Θεός έκανε την νύχτα, για να ξεκουράζωνται οι άνθρωποι, τώρα πού έφθασαν!

Χάθηκε η ηρεμία από τους ανθρώπους. Τα θερμοκήπια, οι ενέσεις στα κηπευτικά κ.λπ. οδήγησαν και αυτά τον κόσμο στην ανυπομονησία. Παλιά ήξεραν ότι θα πάνε στο τάδε μέρος με τα πόδια σε τόσες ώρες. Ένας, αν είχε πιο γερά πόδια, θα πήγαινε λίγο νωρίτερα. Μετά βρήκαν τα κάρρα.
Μετά τα αυτοκίνητα, τα αεροπλάνα προσπάθεια να βρουν άλλα μέσα πιο γρήγορα. Έφτιαξαν αεροπλάνα, που να μπορείς να πας από την Γαλλία στην Αμερική σε τρεις ώρες. Μα όταν πάει με τέτοια ταχύτητα κανείς από το ένα κλίμα στο άλλο, και μόνον η απότομη αλλαγή θα τον μπερδέψει.

Βιασύνη, βιασύνη... Σιγά-σιγά θα μπαίνει στο βλήμα ο άνθρωπος, θα πατάνε την σκανδάλη, θα εκτοξεύεται το βλήμα, θα σκάει και θα βγαίνει ένας παλαβός! Πού θα πάει; Εκεί θα καταλήξουν. Τρελλοκομείο!

Από το βιβλίο «Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο», Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι Α'